Θαυμάστε αναλυτές και δημοσιολόγους που έχουμε. Το τι αρλούμπες ακούμε αυτές τις ημέρες από τους ποικίλους καθηγητάδες γεωπολιτικής και αυτόκλητους διεθνολόγους αναλυτές της δεξιάς και της αριστεράς, δεν λέγεται. Η συνωμοσιολογία στο φόρτε της. Η κακιά Τουρκία είναι απρόβλεπτη γιατί δεν κινείται με τους όρους της πολιτισμένης Δύσης – στην οποία ανήκουμε εμείς ανυπερθέτως, σε αντίθεση με την κακιά Τουρκία που ανήκει στην ανατολή.
Οι ανοησίες των γεωπολιτικών αναλύσεων
Να γιατί – όπως εξηγούν εμβριθέστατα – ο Ερντογάν βρίσκεται σε αντίθεση με το ΝΑΤΟ, την ΕΕ και τους Αμερικανούς. Αυτός είναι ένας κακός ανατολίτης, με τα ίδια περίπου χαρακτηριστικά που αποδίδει στους κακούς σκουρόχρωμους, ισλαμιστές ανατολίτες, ήδη από τον 19ο αιώνα η αποικιοκρατική προσέγγιση της Δύσης. Ενώ οι δυτικοί σύμμαχοι και εταίροι αποτελούν το απαύγασμα του πολιτισμού.
Το πόσο κακός και απολίτιστος ανατολίτης είναι ο Ερντογάν το δείχνει και το γεγονός ότι επιμένει να μιλάει τη δική του ακαταλαβίστικη γλώσσα σ’ όλες τις δημόσιες εμφανίσεις του. Ακόμη και εκτός Τουρκίας. Πού ακούστηκε! Πού να μάθει αυτός ο τουρκαλάς τα ήθη και έθιμα ευγένειας των μεγάλων σαλονιών της Δύσης; Στο τζαμί;
Και φυσικά το επιστέγασμα όλων των ηλιθιοτήτων που γράφονται και λέγονται είναι το συμπέρασμα πώς ο αλλοπρόσαλλος, ιδιοπαθής, παλαβός Ερντογάν τα κάνει όλα αυτά στο Αιγαίο, τη Θράκη και την Κύπρο για λόγους σχεδόν αποκλειστικά εσωτερικής κατανάλωσης. Αντιπερισπασμού. Και να οι σεντονιάδες αναλύσεων που αναζητούν τις ρίζες της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας στα βάθη της Οθωμανικής ιστορίας.
Άλλωστε η Τουρκία του Ερντογάν κινείται στην τροχιά του νεοοθωμανισμού, όπως επιμένουν όσοι θέλουν να ξεχνάνε ή δεν έχουν καν αντιληφθεί ότι βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα. Δηλαδή στην εποχή των παγκοσμιοποιημένων αγορών και των υπερεθνικών δομών εξουσίας. Κι επομένως είναι αδύνατον να κρίνει κανείς με όρους παραδοσιακής γεωπολιτικής, η οποία έχει χάσει παντελώς τη σημασία της – αν είχε ποτέ – ως επίσημο δόγμα άσκησης επεκτατισμού ήδη από τα τέλη του 2ουπαγκοσμίου πολέμου.
Όμως, όπως συνηθίζουν να λένε και τα μεγάλα αφεντικά όλων αυτών των από καθέδρας και μη επιτηδείων, you cannot teach old dogs, new tricks! Ιδίως όταν το προσόν για να είσαι πετυχημένος αναλυτής σήμερα, με ακαδημαϊκή ή μη καριέρα, είναι η πνευματική νωθρότης και κυρίως η πιστή εφαρμογή των επίσημων δογμάτων, που επαναλαμβάνονται με ευλάβεια υστερικού θρησκόληπτου.
Κι ας διαψεύδονται επανειλημμένα. Κι ας αποδεικνύονται άκρως επικίνδυνα για τους λαούς και την ανθρωπότητα. Άλλωστε σήμερα ζούμε ένα νέο μεσαίωνα υπό καθεστώς ενός νέου και χειρότερου ισλάμ, με την αποθέωση των αγορών, και προφήτες, ιερόδουλους και ιεροεξεταστές όσους προάγουν ανελλιπώς την τυφλή πίστη σ’ αυτές μέσα από τους οίκους όχι του Αλλάχ, ή του Θεού, αλλά της απολογητικής ανοχής κυρίως της Δύσης, δηλαδή τα πάλαι ποτέ πανεπιστήμια.
Κι έτσι όλοι μαζί – από τους δήθεν περιώνυμους καθηγητές της γεωπολιτικής, σαν αυτούς επί παραδείγματι που το Ισραήλ έχει στρατολογήσει για να μας πουλήσουν την τεράστια σημασία της στρατηγικής υποταγής του ελληνικού χώρου στις πολεμικές επιδιώξεις του σιωνιστικού κράτους, έως τους σεσημασμένους πράκτορες σαν τον κ. Καλεντερίδη, ο οποίος ξεπλένεται και βαφτίζεται αναλυτής ώστε για μια ακόμη φορά να προδώσει τη χώρα του, όπως έκανε και στην περίπτωση του Οτσαλάν – εν χορώ επιχειρούν να καταστείλουν και να διασύρουν το πατριωτικό συναίσθημα του λαού. Τρέμουν όλοι τους μην τυχόν και ο αγνός, ο άδολος πατριωτισμός του λαού πυροδοτήσει καμιά ριζική ανατροπή του καθεστώτος κατοχής, εκποίησης και ακρωτηριασμού της χώρας που έχουν επιβάλει όχι οι κακοί Τούρκοι, αλλά οι φίλοι σύμμαχοι και εταίροι εκ Δύσεως.
Η απολογητική της ξεπούλας…
Το πρόβλημα είναι ο «προαιώνιος εχθρός του ελληνισμού», η Τουρκία, μας λένε όλοι μαζί οι σύγχρονοι Γραικύλοι κι ο καθένας με τον τρόπο του. Και προς θεού δεν πρέπει επ’ ουδενί ο λαός μας να αμφισβητήσει τα ιερά και όσια του δοσιλογισμού. Δηλαδή την υποτέλεια στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι και τολμήσουμε να τινάξουμε το ζυγό από πάνω μας διεκδικώντας λεύτερη και δημοκρατική πατρίδα με αφέντη τον λαό της, τότε φίδι κολοβό που μας έφαγε. Οι Τούρκοι θα φτάσουν στη Λαμία!
Κι όσο οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και προπαντός η Ευρωπαϊκή Ένωση αναδεικνύουν τον Ερντογάν ως βασικό πυλώνα των δικών τους στρατηγικών συμφερόντων και επιδιώξεων στην περιοχή, τόσο πιο δυνατά ξεφωνίζουν οι εν λόγω κυρίες κουνώντας το σκιάχτρο του πολέμου και της κακιάς εκ φύσεως Τουρκίας. Πώς αλλιώς θα στοιχειώσει ο φόβος τον ραγιά; Πώς αλλιώς θα λουφάξει για να αποδεχθεί το μοιραίο; Πώς αλλιώς θα νιώθει ανακούφιση καθώς θα διαμελίζουν τη χώρα του οι πολιτισμένες δυνάμεις της Δύσης που επέβαλαν τη δική του μαζική εξόντωση και γενοκτονία; Πώς θα νιώθει ασφαλής υπό καθεστώς κατοχής των Ευρωπαίων;
Τι αξία έχουν οι ζωές των δυο στρατιωτικών, που η ηγεσία – πολιτική και στρατιωτική – εγκατέλειψε στα χέρια του Ερντογάν; Τι αξία έχουν οι χιλιάδες βραχονησίδες, σαν τα Ίμια, του εθνικού θαλάσσιου χώρου της Ελλάδας στο Αιγαίο, που παραδόθηκαν αμαχητί στις επιβουλές της Τουρκίας; Τι αξία έχει το ενιαίο και αδιαίρετο της Ελλάδας; Τι αξία έχει η ελευθερία και η δημοκρατία για τον ραγιά; Τι αξία έχουν όλα αυτά; Έτσι ή αλλιώς η Ελλάδα έχει τεθεί υπό κατοχή επίσημα από τον Μάιο του 2010. Για το καλό όλων μας φυσικά.
Θυμάστε; Όλα γίνονται για το καλό μας. Γιατί έτσι και φεύγαμε από την ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα έπεφτε ο ουρανός να μας πλακώσει. Δεν θα είχαμε να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις. Ο πληθωρισμός θα έτρωγε καταθέσεις και εισοδήματα. Δεν θα είχαμε να αγοράσουμε φάρμακα. Δεν θα είχαμε καύσιμα για θέρμανση. Ούτε καν χαρτί υγείας, για να θυμηθούμε και το απωθημένο της κ. Βούλτεψη. Και last but not least ή zu guter Letzt, όπως λένε στη γλώσσα των κατακτητών μας, θα μας την «έπεφταν» οι Τούρκοι.
Κι αφού ζήσαμε και ζούμε τα χειρότερα υπό καθεστώς ευρώ. Αφού είδαμε τους δικούς μας να χάνουν τα πάντα, να πεθαίνουν ή να εξαναγκάζονται να φύγουν ως πρόσφυγες από τη χώρα τους για ένα ψωρομεροκάματο. Αφού είδαμε να ξετυλίγεται η μεγαλύτερη γενοκτονία εναντίον ενός ολόκληρου λαού σε συνθήκες φαινομενικής ειρήνης. Ήρθε η ώρα να μας την «πέσουν» και οι Τούρκοι προκειμένου ο ραγιάς να αποδεχθεί τον εθνικό ακρωτηριασμό της πατρίδας του. Δηλαδή, την ολοκληρωτική διάλυση και εκποίησή της υπέρ των αγορών και των δανειστών.
Και τώρα τι μας λένε; Οι ίδιοι που έλεγαν πώς όλα αυτά που ζούμε με το ευρώ, θα τα ζούσαμε δήθεν έτσι και φεύγαμε από την ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, βγαίνουν πάλι για να μας τρομοκρατήσουν με την απειλή του πολέμου από τον υποχθόνιο, τρελό και δήθεν απρόβλεπτο Ερντογάν. Έλεος πια! Νισάφι.
Από κοντά και η αριστερά της υποτέλειας.
Και σαν να μην έφταναν όλοι αυτοί, έχουμε και τη λεγόμενη ριζοσπαστική αριστερά. Πρόκειται για την αποκαλούμενη κομμουνιστική αριστερά εκ Περισσού και πέρα έως τον Σόρος, η οποία ανακάλυψε πώς αυτό που κρύβεται πίσω από μια ενδεχόμενη σύρραξη ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία είναι ο ανταγωνισμός των δυο αστικών τάξεων για αναδιανομή αγορών και σφαιρών επιρροής. Κι επομένως ο ενδεχόμενος πόλεμος θα είναι ιμπεριαλιστικός και από τις δυο μεριές.
Πρόκειται για την αριστερή εκδοχή της ίδιας συνθηκολόγησης με τον ιμπεριαλισμό και το καθεστώς που αυτός επιβάλλει στην ευρύτερη περιοχή. Έναν ιμπεριαλισμό ο οποίος δεν εκφράζεται κυρίαρχα από τις δήθεν δυο αστικές τάξεις της Ελλάδας και της Τουρκίας, αλλά πρώτα και κύριας από τους δυο βασικούς πυλώνες της παγκόσμιας διακυβέρνησης, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Κι έτσι, προκειμένου να συσκοτίσουν τον κύριο εχθρό, ρίχνουν την ευθύνη στις δυο αστικές τάξεις, ώστε να δικαιολογήσουν το δόγμα των ανοιχτών συνόρων και της κατάργησης των εθνικών κρατών από τις επικυρίαρχες δυνάμεις του ιμπεριαλισμού, δηλαδή την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Κι αντί να αναδείξουν το πατριωτικό καθήκον του λαού εναντίον κάθε ιμπεριαλιστικής επιβουλής, πρώτα και κύρια με όρους εθνικής ανεξαρτησίας από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, πλασάρουν έναν πρόστυχο και προδοτικό «ντεφετισμό». Σαν αυτόν που κάποιοι άλλοι σαν και δαύτους πλάσαραν την εποχή της ναζιστικής κατοχής με την μορφή της καταγγελίας του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα ως υποχείριο δήθεν της αστικής τάξης. Οι ίδιες θεωρίες, οι ίδιες αναλύσεις στην υπηρεσία των ίδιων κατακτητικών συμφερόντων.
Ναι, αλλά υπάρχει κι αυτό που βλέπει ο απλός κόσμος. Δηλαδή ο υποχωρητισμός, ο ενδοτισμός και η εγκατάλειψη της υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας από την ιθύνουσα πολιτική τάξη. Πώς όλα αυτά συνάδουν με την δήθεν ιμπεριαλιστική επιθετικότητα της ελληνικής αστικής τάξης;
Θα μου πείτε, ποιος καθώς πρέπει ιδεοληπτικός κάτοχος της μίας και μόνης αλήθειας, νοιάζεται για τον απλό κόσμο; Ποιος νοιάζεται για το τι λέει και για το τι σκέφτεται ο απλός κόσμος; Για την εν λόγω αριστερά, όπως και για όλο το πολιτικό προσωπικό της άρχουσας τάξης, ο απλός κόσμος, ο λαός, οι εργαζόμενοι δεν διαθέτουν την ικανότητα για ανεξάρτητη σκέψη και δράση. Δεν είναι παρά παθητικά αντικείμενα χειραγώγησης με τη συνείδησή τους να διαμορφώνεται από εξουσιαστικές μειοψηφίες, απ΄ έξω κι από τα πάνω.
Από τότε πού ο Καρλ Κάουτσκι στα τέλη του 19ου αιώνα υιοθέτησε αυτή την άθλια αντίληψη από τον καλβινισμό και τις πολιτικές του θεωρίες, ώστε να αναδείξει το Κόμμα και την επίσημη ιδεολογία του σε υποκατάστατο της εκκλησίας και της πίστης του Καλβίνου, η θεωρία αυτή συνιστά τον θεμέλιο λίθο κάθε «ταξικής» ανάλυσης στην αριστερά. Κι έτσι η «ταξική πάλη» εκφυλίζεται στην καλύτερη περίπτωση σ’ έναν ανταγωνισμό χειραγώγησης. Δηλαδή στο ποιος τελικά θα κατορθώσει να χειραγωγήσει τις τάξεις και τα στρώματα του λαού. Η ιθύνουσα τάξη για το κακό τους, ή η αριστερά για το καλό τους;
Επομένως, όσο περισσότερο ένας λαός ξεπέφτει στο επίπεδο του όχλου, όπου η μιζέρια και η εξαθλίωση συνδυάζεται πάντα με την πιο βαθιά κοινωνική και πολιτική αποσύνθεση, τόσο το καλύτερο. Μόνο σε τέτοια κατάσταση ο λαός μπορεί να μετατραπεί σε λούμπεν, ώστε να γίνει απόλυτα χειραγώγισιμος με συνείδηση ραγιά κι άρα ικανός να ακολουθήσει τους πάντες. Ακόμη και την εν λόγω αριστερά εκ Περισσού και παραπέρα.
Πάντως, σε κάθε περίπτωση πού ο λαός συνάγει από την κατάσταση κάτι ριζικά διαφορετικό από τις «αναλύσεις» μαρξισμού-λενινισμού-πριαπισμού της εν λόγω αριστεράς, τότε διαπράττει ολέθριο σφάλμα. Κάτι ανάλογο με το προπατορικό αμάρτημα. Πέφτει θύμα της χειραγώγησης από την αστική τάξη. Δηλαδή πέφτει θύμα της κακής χειραγώγησης, αντί να γίνει έρμαιο της καλής χειραγώγησης από τα αριστερά.
Κι έτσι όσοι σκέφτονται τοιουτοτρόπως, μπορούν να ξεμπερδεύουν πολύ εύκολα με τα δύσκολα. Μεταθέτουν τη δική τους ανικανότητα σκέψης και δράσης στο λαό κι έτσι είναι ήσυχοι. Τι τους νοιάζει πώς σκέφτεται ο ανεγκέφαλος και χειραγωγούμενος όχλος του λαού; Άλλωστε, για να μπορέσει να αναδειχθεί σε επαναστατική δύναμη θα πρέπει να πάψει να σκέφτεται από μόνος του, να εγκαταλείψει κάθε αυτενέργεια και να υποκύψει στην απόλυτη χειραγώγηση του Κόμματος, δηλαδή στη λεγόμενη με άλλα λόγια «καθοδήγηση» της Πρωτοπορίας.
Όπως ακριβώς κάνει κι όλος αυτός ο συρφετός των ανεγκέφαλων ραγιάδων του Κόμματος, των πιστών οπαδών του απόλυτου δόγματος, το οποίο στην parlance της αριστεράς αποκαλείται όχι θρησκεία, όπως θα ήταν φυσιολογικό, αλλά «επαναστατική θεωρία». Και κάπου εδώ, αρχίζει να ξεπροβάλει ο ολοκληρωτισμός από κάθε παράθυρο του οικοδομήματος είτε ως καθαρόαιμος φασισμός, είτε ως τυφλός αντικαπιταλισμός.
Δυο όψεις του ίδιου νομίσματος από τότε που οι οπαδοί της «προπαγάνδας της πράξης» στα μέσα του 19ου αιώνα, ανέδειξαν το μηδενισμό του ξεπεσμένου μικροαστού – ο οποίος το μόνο που θέλει είναι να εκδικηθεί την κοινωνία στο σύνολό της για τη δική του κατάντια με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε δεν στέκει στο πλευρό του - ως γόνιμη θεωρία για την απολυτοποίηση της βίας και τον εκμηδενισμό της ανθρώπινης ζωής στο όνομα του credo μιας μικρής δήθεν επαναστατικής μειοψηφίας. Ο ίδιος μηδενισμός που κάποτε εκφραζόταν από την κοκκινόμαυρη σημαία των αναρχικών συμμοριών του 19ου αιώνα, αποτέλεσε αργότερα και την πολιτική θεωρία πάνω στην οποία πάτησε για να ανδρωθεί ο φασισμός και ο ναζισμός.
Ας δούμε τον αληθινό συσχετισμό δύναμης.
Γιατί λοιπόν ο απλός κόσμος, ο λαός αντιλαμβάνεται αυτό που αδυνατούν να αντιληφθούν οι ταγοί της επίσημης αριστεράς; Γιατί μιλά για ενδοτισμό και υποτέλεια της ελληνικής πλευράς; Διότι πολύ απλά η ελληνική άρχουσα τάξη αρνείται να υπερασπιστεί τον ιστορικό χώρο που δικαιωματικά ανήκει στην Ελλάδα. Δεν θέλει και δεν μπορεί να την υπερασπιστεί ούτε καν ως «εγχώρια αγορά του κεφαλαίου». Αρνείται να υπερασπιστεί ακόμη και τη δική της οικονομική και πολιτική κυριαρχία πάνω στη χώρα. Είναι άραγε ίδιον της αστικής τάξης γενικά και μάλιστα εκείνης που υποτίθεται ότι έχει ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες;
Γιατί με τη σειρά του ο Ερντογάν γίνεται όλο και πιο επιθετικός; Γιατί το καθεστώς του εξαρτά ανοιχτά και ξάστερα τη δική του μακροημέρευση από την προσάρτηση εδαφών και σφαιρών επιρροής στην Τουρκία; Γιατί επικαλείται το Οθωμανικό παρελθόν της Τουρκίας ώστε να νομιμοποιήσει με τον δικό του τρόπο δικαιώματα κατάκτησης σε εδάφη και χώρες που άλλοτε ανήκαν στον Σουλτάνο; Γιατί όλα αυτά;
Ο Ερντογάν γνωρίζει πολύ καλά πώς καθώς η παγκόσμια οικονομία και πολιτική του ιμπεριαλισμού βυθίζεται σε μια όλο και πιο βαθιά κρίση, η οποία μετατρέπει τον πόλεμο και μάλιστα τον πόλεμο στο διηνεκές σε μέσο διαχείρισης της παγκόσμιας ύφεσης υπέρ των παγκοσμιοποιημένων αγορών κεφαλαίου και των αντίστοιχων δομών εξουσίας, έχει μόνο μία επιλογή προκειμένου να διατηρήσει το καθεστώς του. Να εκμεταλλευθεί κάθε ευκαιρία επέκτασης της Τουρκίας εν μέσω της γενικευμένης αστάθειας και αναδιάταξης συνόρων στην ευρύτερη περιοχή. Κι αυτό πια δεν μπορεί να γίνει χωρίς πόλεμο.
Διαφορετικά τον περιμένει μια ανάλογη τύχη μ’ αυτή της Ελλάδας, ή της Συρίας. Δηλαδή, ο ίδιος, το καθεστώς του και η Τουρκία να υποστούν μια ανάλογη διαδικασία – με την μια ή με την άλλη μορφή – κατάρρευσης, διάλυσης και ακρωτηριασμού. Όπως άλλωστε επιτάσσουν οι παγκόσμιες αγορές προκειμένου να ρευστοποιηθούν ολόκληρες χώρες και περιοχές του πλανήτη για να ενισχυθεί εν μέσω βαθέματος της παγκόσμιας ύφεσης η ρευστότητα και η απόδοση της ιστορικά πρωτοφανούς και τερατώδους συγκέντρωσης κεφαλαίων σε όλο και λιγότερα χέρια.
Για να διατηρηθεί λοιπόν το καθεστώς Ερντογάν θα πρέπει η Τουρκία να αποδείξει στην πράξη ότι είναι το ίδιο ικανή και το ίδιο απαραίτητη για το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, όσο και το Ισραήλ. Επιχειρεί να λειτουργήσει ως δίδυμη δύναμη του Ισραήλ στην περιοχή για τα συμφέροντα της Δύσης.
Κι έτσι ο Ερντογάν επιχειρεί να δημιουργήσει μια ευρύτατη ζώνη δικής του κατοχής και επιρροής γύρω από τα υφιστάμενα σύνορα της Τουρκίας. Μια εκτεταμένη γκρίζα ζώνη από τα ευρωασιατικά βαλκάνια έως την αραβική χερσόνησο όπου τα συμφέροντα του καθεστώτος του, αλλά και της επίσημης Τουρκίας, θα πρέπει να συνυπολογίζονται στους κυρίαρχους σχεδιασμούς του ιμπεριαλισμού της Δύσης.
Ο ανταγωνισμός Ελλάδας-Τουρκίας.
Και η Ελλάδα; Η άρχουσα τάξη της Ελλάδας ασκείται από την εποχή του δόγματος Τρούμαν σ’ έναν ευθύ ανταγωνισμό με την άρχουσα τάξης της Τουρκίας για το ποια είναι πιο χρήσιμη και πιο ικανή στην εξυπηρέτηση των παγκόσμιων συμφερόντων των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
Κύριος μοχλός αυτού του ανταγωνισμού δεν ήταν οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί, ούτε η γεωγραφία, αλλά πρώτα και κύρια το οικονομικό εκτόπισμα των δυο χωρών. Δηλαδή ο ρόλος και το ειδικό βάρος των δυο οικονομιών στους σχεδιασμούς του ιμπεριαλισμού της Δύσης στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και ως προορισμός τοποθέτησης διεθνών ή διεθνικών κεφαλαίων.
Για να δούμε πώς έχει εξελιχθεί αυτός ο ανταγωνισμός αρκεί να δούμε το διάγραμμα Δ1, το οποίο παρουσιάζει την εξέλιξη τεσσάρων συγκρίσιμων βασικών δεικτών, το ΑΕΠ, τον Ακαθάριστο Σχηματισμό Κεφαλαίου, τις Εξαγωγές και τις Εισαγωγές. Τα στοιχεία προέρχονται από την Παγκόσμια Τράπεζα.
Στο συγκεκριμένο διάγραμμα βλέπουμε την εξέλιξη των εν λόγω βασικών μεγεθών της Ελλάδας ως % των αντίστοιχων μεγεθών της Τουρκίας. Τι παρατηρούμε; Πρώτα-πρώτα, το πόσο μεγάλες ανοησίες είναι οι συγκρίσεις που θέλουν να βγάλουν συμπεράσματα για τον συσχετισμό δύναμης ανάμεσα στην Ελλάδα και Τουρκία με βάση τη γεωγραφική έκταση και τον πληθυσμό των δυο χωρών.
Μπορεί η Ελλάδα να διαθέτει σχεδόν το 17% της συνολικής επιφάνειας της Τουρκίας και μόνο το 13,5% του συνολικού πληθυσμού της Γείτονος για το 2016, αλλά ο συσχετισμός δύναμης των δυο χωρών δεν κρίνεται από αυτά τα μεγέθη. Ούτε καν από την σύγκριση του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού, με βάση την οποία η Ελλάδα διαθέτει το 2017 μόλις το 15,6% της απασχόλησης στην Τουρκία.
Εκεί όπου κρίνεται πρώτα και κύρια ο συσχετισμός δύναμης ανάμεσα στις δυο χώρες είναι στο οικονομικό εκτόπισμα. Κι όπως βλέπουμε από το διάγραμμα Δ1 η Ελλάδα είχε περίπου αντίστοιχο εκτόπισμα με την Τουρκία ως προς το ΑΕΠ, δηλαδή ως προς το παραγόμενο προϊόν της οικονομίας. Το 1960 η Ελλάδα διέθετε ΑΕΠ μόλις το 32% του ΑΕΠ της Τουρκίας. Από τότε το ΑΕΠ της Ελλάδας έφτασε να ξεπερνά το 84% του ΑΕΠ της Τουρκίας.
Η υποβάθμιση της Ελλάδας σε σχέση με την Τουρκία.
Μετά το 1996 που άρχισαν να επιβάλλονται οι δεσμεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άνοιγμα της αγοράς κεφαλαίων και κατάλυση του προστατευτισμού) το ΑΕΠ της Ελλάδας άρχισε να καταρρέει σε σύγκριση με το ΑΕΠ της Τουρκίας. Το 1997 ήταν μόλις λίγο πάνω από το 52% της Τουρκίας. Τα επόμενα χρόνια και ιδίως μετά την είσοδο στο ευρώ η κατολίσθηση του ελληνικού ΑΕΠ έναντι του τουρκικού δεν είχε σταματημό.
Ούτε καν τα μεγάλα έργα της Ολυμπιάδας του 2004 δεν κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν την ελεύθερη πτώση του ΑΕΠ έναντι της Τουρκίας. Έτσι η Ελλάδα έφτασε να διαθέτει το 2009 λίγο πάνω από το 52% του ΑΕΠ της Τουρκίας. Από κει και πέρα επήλθε η κατάρρευση με την Ελλάδα υπό μνημονιακή κατοχή. Έτσι σήμερα η Ελλάδα αισίως διαθέτει μόλις το 22% του ΑΕΠ της Τουρκίας.
Με άλλα λόγια η Ελλάδα με όρους ΑΕΠ όχι μόνο δεν μπορεί να συγκριθεί με την Τουρκία, αλλά έχει υποβαθμιστεί τόσο πολύ έναντι της Γείτονος, που δεν μπορεί ούτε καν να συγκριθεί με την επαρχία της Κωνσταντινούπολης, η οποία ξεπερνά το 30% του συνολικού τουρκικού ΑΕΠ. Με όρους οικονομικού μεγέθους η Ελλάδα σήμερα στο σύνολό της δεν αντιστοιχεί παρά με μια μέση επαρχία της Τουρκίας.
Γιατί συνέβη αυτό; Γιατί η Ελλάδα υποβαθμίστηκε τόσο ραγδαία έναντι της Τουρκίας; Την απάντηση εμμέσως πλην σαφώς μας την δίνουν οι άλλοι δείκτες του διαγράμματος Δ1. Δείτε π.χ. τι συνέβη με τον ακαθάριστο σχηματισμό κεφαλαίου, δηλαδή το ύψος του συνόλου των επενδύσεων στις δυο χώρες.
Το ύψος των επενδύσεων στην Ελλάδα ως % των επενδύσεων στην Τουρκία αρχίζουν ουσιαστικά να χάνουν έδαφος μετά το 1987, οπότε και πέφτουν σχεδόν στο 68%. Κάτι το οποίο οφείλεται κυρίως στην πολιτική της «αποβιομηχάνισης» της ελληνικής οικονομίας και της διάλυσης της βιομηχανικής υποδομής της. Την εποχή εκείνη ανθούσαν οι θεωρίες περί μετάβασης σε μια «οικονομία των υπηρεσιών», που θα εξασφάλιζε την ευημερία και τη δυναμική άνοδο της ελληνικού λαού. Χωρίς να έχει ανάγκη τις εκτεταμένες επενδύσεις στην πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή, δηλαδή στην αγροτική οικονομία και τη βιομηχανία.
Η πολιτική της τριτογενοποίησης της ελληνικής οικονομίας ως προϊόν της ένταξης της Ελλάδας στην «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», τότε ΕΟΚ, έδωσε τη δυνατότητα στην Τουρκία να πάρει κεφάλι στις επενδύσεις. Τα πράγματα χειροτέρεψαν για τις επενδύσεις στην Ελλάδα σε σύγκριση με τις αντίστοιχες στην Τουρκία, από τότε που εντάχθηκε στην ΕΕ και το ευρώ.
Έτσι, παρά τα μεγάλα έργα, οι επενδύσεις στην Ελλάδα δεν έφτασαν ποτέ στο ύψος των επενδύσεων στην Τουρκία. Αντίθετα μετά το 2004, όταν οι παράτες της Ολυμπιάδας τελειώνουν οι επενδύσεις στην Ελλάδα πέφτουν γύρω στο 40% της Τουρκίας για όλα τα χρόνια από το 2005 έως το 2009. Ενώ με την επιβολή της μνημονιακής κατοχής της Ελλάδας από το 2010 μέχρι σήμερα το ύψος των επενδύσεων έπεσε από το 25% στο 8% της Τουρκίας. Το ύψος των επενδύσεων στην Ελλάδα βρίσκονται σήμερα περίπου στο ύψος των επενδύσεων των πιο καθυστερημένων περιοχών της Τουρκίας ανατολικά της Άγκυρας.
Η τεράστια αυτή υποβάθμιση της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας φαίνεται ολοκάθαρα τόσο στο ύψος των εξαγωγών, όσο και στο ύψος των εισαγωγών. Οι εξαγωγές της Ελλάδας φτάνουν στο ανώτατο επίπεδό τους το 1980, όπου το ύψος τους ξεπερνά κατά 3 φορές το ύψος των αντίστοιχων εξαγωγών της Τουρκίας. Η ανωτερότητα αυτή κρατά έως το 1983 με το ύψος των εξαγωγών στην Ελλάδα να ξεπερνά το αντίστοιχο ύψος της Τουρκίας κατά 106%.
Κατόπιν αρχίζει η κάμψη. Ο λόγος είναι απλός. Λέγεται ένταξη στην ΕΟΚ. Η Ελλάδα της ΕΟΚ χάνει χρόνο με το χρόνο μερίδια εξαγωγών και τα κερδίζει η Τουρκία. Έτσι μέχρι το 1990 οι εξαγωγές της Ελλάδας έχουν πέσει στο 72% των αντίστοιχων της Τουρκίας. Και τότε ξεκινά η εκποίηση και διάλυση της αφρόκρεμας της ελληνικής βιομηχανίας που είχαν απαξιωθεί υπό το καθεστώς του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων, αλλά και το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Το αποτέλεσμα; Ακόμη μεγαλύτερη υποβάθμιση. Οι εξαγωγές της Ελλάδας χάνουν κι άλλο έδαφος και μέχρι το 1996 είχαν πέσει λίγο πάνω από το 53% των τουρκικών εξαγωγών. Κι από τότε δεν ανέκαμψαν ποτέ. Η απελευθέρωση της κίνησης των κεφαλαίων και η ένταξη πρώτα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και στο ευρώ επιδείνωσαν δραματικά τις εξαγωγικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας σε σύγκριση με της Τουρκίας.
Το 2009 το ύψος των εξαγωγών της Ελλάδας βρισκόταν μόλις στο 43% του αντίστοιχου ύψους της Τουρκίας. Η επιβολή της μνημονιακής κατοχής στην Ελλάδα από το 2010 οδηγεί σε περαιτέρω επιδείνωση της σύγκρισης των ελληνικών και τουρκικών εξαγωγικών επιδόσεων. Σήμερα το ύψος των εξαγωγών της Ελλάδας βρίσκεται περίπου στο 30% του αντίστοιχου ύψους της Τουρκίας. Ο ανταγωνισμός για αγορές στο εξωτερικό ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία έχει κριθεί υπέρ της δεύτερης.
Το ίδιο δείχνουν και οι επιδόσεις των εισαγωγών. Το ύψος των εισαγωγών στην Ελλάδα από περίπου το 200% του αντίστοιχου ύψους της Τουρκίας το 1980, άρχισε να υποχωρεί φτάνοντας περίπου στο 100% το 1990. Από κει και πέρα οι ιδιωτικοποιήσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως το ευρώ έδωσαν το τελικό πλήγμα. Από 85% του ύψους της Τουρκίας το 2002, το ύψος των εισαγωγών της Ελλάδας έπεσε στο 63% το 2009. Ενώ μετά την επιβολή των μνημονίων η κατάρρευση υπήρξε ακόμη πιο εντυπωσιακή. Το ύψος των εισαγωγών της Ελλάδας σήμερα είναι μικρότερο του 28% από το αντίστοιχο ύψος της Τουρκίας.
Η προσέλκυση του ξένου κεφαλαίου.
Έχουμε λοιπόν δυο χώρες ευθέως ανταγωνιστικές αναμεταξύ τους, οι οποίες εξαρτούν την ύπαρξή τους από την προσέλκυση του ξένου κεφαλαίου. Ποια από τις δυο χώρες στάθηκε ψηλότερα στις προτιμήσεις του ξένου κεφαλαίου; Η πολιτισμένη Ελλάδα, που χωρίς δισταγμό διέλυσε την παραγωγική της υποδομή και άνοιξε τα οικονομικά της σύνορα προς όφελος της ένταξής της στην ΕΟΚ πρώτα, την Ευρωπαϊκή Ένωση ύστερα και έφτασε στο έσχατο σημείο να παραδώσει ακόμη και νόμισμά της για να υιοθετήσει το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα; Ή η ανατολίτικη καθυστερημένη Τουρκία, η οποία αρνήθηκε να ενταχθεί στην «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», κράτησε σε μεγάλο βαθμό το καθεστώς προστασίας της εγχώριας παραγωγής και δεν δέχθηκε να παραχωρήσει τη νομισματική κυριαρχία της;
Η απάντηση που δίνουν τα στοιχεία είναι εκκωφαντική. Στο διάγραμμα Δ.2 βλέπουμε την εξέλιξη των καθαρών εισροών Άμεσων Ξένων Επενδύσεων στην Ελλάδα και την Τουρκία. Τα στοιχεία είναι σε δις δολάρια ΗΠΑ και προέρχονται από την Παγκόσμια Τράπεζα.
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) είναι η κύρια μορφή επένδυσης στην πραγματική οικονομία, η οποία πραγματοποιείται σε μια χώρα από το εξωτερικό. Γενικά, οι άμεσες ξένες επενδύσεις πραγματοποιούνται όταν ένας επενδυτής δημιουργεί επιχειρηματική δράση σε άλλη χώρα ή όταν αποκτά περιουσιακά στοιχεία σε μια ήδη υφιστάμενη αλλοδαπής επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένης της κατοχύρωσης κυριότητας ή ελέγχου σε μια ξένη εταιρεία. Οι ΑΞΕ που παίρνουν την μορφή της δημιουργίας μιας νέας επιχειρηματικής δράσης σε μια χώρα, ονομάζονται και επενδύσεις greenfield.
Αν λοιπόν συγκρίνουμε το ύψος εισροής των ΑΞΕ στην Ελλάδα και την Τουρκία, θα διαπιστώσουμε την ιδιαίτερη προτίμηση των ξένων κεφαλαίων προς την δεύτερη. Πότε; Ειδικά όταν η Ελλάδα εντάχθηκε στην ευρωζώνη και υιοθέτησε το ευρώ ως νόμισμα.
Μα ένας από τους βασικούς λόγους που η Ελλάδα παρέδωσε τη νομισματική της κυριαρχία, άνοιξε τα σύνορα και απελευθέρωσε τις αγορές δεν ήταν – σύμφωνα με τους κρατούντες – για να προσελκύσει ξένα κεφάλαια; Αντί λοιπόν να προσελκύσει ξένα κεφάλαια η Ελλάδα, τα προσέλκυσε η Τουρκία. Και μάλιστα την περίοδο της έλευσης του Ερντογάν.
Ας θυμηθούμε ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανέλαβε πρωθυπουργός της Τουρκίας στις 14 Μαρτίου 2003, ως αρχηγός του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Ενώ από τις 28 Αυγούστου 2014 έως σήμερα ο Ερντογάν κατέχει τη θέση του προέδρου της Τουρκίας.
Η έλευση λοιπόν του Ερντογάν συνοδεύτηκε από μια εκτίναξη των εισροών ΑΞΕ στην Τουρκία σε ύψη ανήκουστα για την Ελλάδα. Σ’ αυτήν ακριβώς την προτίμηση της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας από τα ξένα κεφάλαια, βασίστηκε όχι μόνο η οικονομική άνοδός της, αλλά και η πολιτική επεκτατισμού του Ερντογάν.
Για να έχουμε την εικόνα αυτής της διαφοράς, ας δούμε το διάγραμμα Δ.3, όπου καταγράφεται το ύψος των εισρεόντων ΑΞΕ στην Ελλάδα ως % των αντίστοιχων στην Τουρκία. Όσο περισσότερο η Ελλάδα δενόταν ασφυκτικά στο άρμα της «ενιαίας αγοράς» της ΕΟΚ πρώτα και της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατόπιν, όσο περισσότερη εθνική κυριαρχία παρέδιδε σε ξένα κέντρα, τόσο περισσότερο η Τουρκία κέρδιζε έδαφος στην προσέλκυση ξένων κεφαλαίων με την μορφή ΑΞΕ.
Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο. Όταν η Ελλάδα υιοθέτησε το ευρώ, κατόρθωσε αθροιστικά να προσελκύσει καθαρές εισροές ΑΞΕ ύψους 33,4 δις δολάρια για ολόκληρη την περίοδο 2002-2016. Ενώ η Τουρκία προσέλκυσε την ίδια περίοδο καθαρές εισροές ΑΞΕ ύψους 180,7 δις δολάρια. Με άλλα λόγια η Ελλάδα προσέλκυσε μόλις το 18% των καθαρών εισροών ΑΞΕ που προσέλκυσε η Τουρκία. Ζήτω το ευρώ!
Για την ιστορία μόνο θα σημειώσουμε ότι την περίοδο 1974-1990 οι καθαρές εισροές ΑΞΕ στην Ελλάδα ήταν ύψους 8,6 δις δολάρια, ενώ στην Τουρκία 2,7 δις δολάρια. Η Τουρκία δηλαδή προσέλκυσε το 31% των καθαρών εισροών ΑΞΕ που είχε προσελκύσει η Ελλάδα. Κατά την περίοδο 1991-2001 – κατά την διαδικασία ένταξης της Ελλάδας στην ΕΕ και το ευρώ – η Τουρκία προσέλκυσε αθροιστικά καθαρές εισροές ΑΞΕ ύψους 11,4 δις δολάρια, ενώ η Ελλάδα προσέλκυσε 7,9 δις δολάρια.
Το διάγραμμα Δ.4 είναι χαρακτηριστικό. Όσο περισσότερο η Ελλάδα αφομοιωνόταν από την «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», τόσο η Τουρκία γινόταν δελεαστικότερος προορισμός για τα ξένα κεφάλαια με σκοπό άμεσες επενδύσεις. Όσο περισσότερο η Ελλάδα γινόταν οικονομική και πολιτική απόφυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόσο περισσότερο έχανε έδαφος έναντι της Τουρκίας κι ως προς την προσέλκυση άμεσων επενδύσεων από το εξωτερικό. Γιατί άραγε;
Από ποιες χώρες προέρχονται κυρίως οι ΑΞΕ στην Τουρκία; Κατά 75% προέρχονται από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή από τους φίλους, εταίρους και συμμάχους της Ελλάδας. Ενώ η εκτίναξη των καθαρών εισροών ΑΞΕ στην Τουρκία κατά την περίοδο Ερντογάν προήλθε σχεδόν κατά 50% προήλθε από Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία, Λουξεμβούργο, Γαλλία και Ελλάδα παρακαλώ.
Η Τουρκία του Ερντογάν ως προσφιλής προορισμός για το ξένο κεφάλαιο.
Το διάγραμμα Δ.5 παρουσιάζει συγκριτικά τις εισροές ΑΞΕ σε Ελλάδα και Τουρκία κατά την περίοδο 2004-2016. Τα στοιχεία προέρχονται από τις στατιστικές της Τράπεζας της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Αυτό που δείχνουν είναι κατά την περίοδο 2004-2016 οι διεθνείς κεφαλαιαγορές επένδυσαν με την μορφή ΑΞΕ μόλις το 24% των αντίστοιχων της Τουρκίας. Ενώ οι βασικοί εταίροι της Ελλάδας (Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία, Αυστρία, Λουξεμβούργο, ΗΠΑ) για κάθε 100 δολάρια που εισέρευσαν στην Ελλάδα με την μορφή ΑΞΕ κατά την περίοδο 2004-2016, επένδυσαν σχεδόν 300 δολάρια στην Τουρκία.
Πιο συγκεκριμένα κατά την περίοδο 2004-2016 η Αυστρία επένδυσε 1534% περισσότερα κεφάλαια με την μορφή ΑΞΕ στην Τουρκία απ’ ότι στην Ελλάδα. Η Γερμανία κατά την ίδια περίοδο επένδυσε 318% περισσότερα κεφάλαια με την μορφή ΑΞΕ στην Τουρκία απ’ ότι στην Ελλάδα. Η Ολλανδία επένδυσε 469% περισσότερα στην Τουρκία απ’ ότι στην Ελλάδα. Η Γαλλία 287% περισσότερα στην Τουρκία απ’ ότι στην Ελλάδα. Ενώ οι ΗΠΑ 378% περισσότερα κεφάλαια ΑΞΕ στην Τουρκία απ’ ότι στην Ελλάδα.
Μόνη εξαίρεση το Λουξεμβούργο, από το οποίο φαίνεται να έχουν εισρεύσει στην Τουρκία με την μορφή ΑΞΕ μόλις το 85% των αντίστοιχων κεφαλαίων που εισέρευσαν στην Ελλάδα κατά την περίοδο 2004-2016. Κι αυτό εξηγείται πρωτίστως από το ύψος των κεφαλαίων που «ξεπλένει» το Λουξεμβούργο από άλλες χώρες κυρίως της ευρωζώνης και όχι μόνο. Έτσι η φαινομενική αυξημένη εισροή ΑΞΕ στην Ελλάδα από το Λουξεμβούργο έχει να κάνει πρωτίστως με χρηματιστικά και άλλου είδους κεφάλαια από την Ελλάδα, που «ξεπλύθηκαν» και επέστεψαν στην Ελλάδα με την μορφή ξένων κεφαλαίων για κερδοσκοπία με τίτλους και μερίδια αγοράς.
Η Ελλάδα την περίοδο 2004-2016 εξήγαγε για να επενδύσει στην Τουρκία με την μορφή ΑΞΕ κεφάλαια ύψους 44,5 δις δολάρια. Κι έτσι έχει αναδειχθεί στην 6η πιο σημαντική χώρα με ενδιαφέρον για επενδύσεις στην Τουρκία. Σε μια περίοδο μάλιστα που το επενδυτικό πρόβλημα στην Ελλάδα γίνεται όλο και οξύτερο. Το 2016 το σύνολο των ακαθάριστων επενδύσεων στην Ελλάδα μόλις και μετά βίας ανήλθε πάνω από τα 20 δις δολάρια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών της Τουρκίας, η Ελλάδα το 2016 κατείχε σχεδόν το 5% του συνόλου των ΑΞΕ στην Τουρκία. Το πιο σημαντικό όμως είναι οι κλάδοι στους οποίους κατευθύνονται οι ΑΞΕ στην Τουρκία. Πάνω από το 25% των ΑΞΕ στην Τουρκία κατευθύνονται στη Βιομηχανία. Ενώ στην Ελλάδα την ίδια χρονιά (2016) το 23% των ΑΞΕ κατευθύνθηκε στο Εμπόριο και Επισκευές.
Η Τουρκία αντί να ενταχθεί στην «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» και να υποστεί ότι υπέστη η Ελλάδα, κατόρθωσε να διατηρήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την παραγωγική βάση της οικονομίας της υπό καθεστώς προστασίας της εγχώριας παραγωγής. Το αποτέλεσμα φαίνεται στο διάγραμμα Δ.6, όπου εμφανίζεται συγκριτικά η διάρθρωση του ΑΕΠ Ελλάδας και Τουρκίας.
Η μετάλλαξη της Ελλάδας.
Η στρατηγική επιλογή της άρχουσας τάξης στην Ελλάδα με την ένταξη στην ΕΟΚ πρώτα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση αργότερα και τέλος στην ευρωζώνη, είχε σαν αναγκαίο αποτέλεσμα την καταστροφή της παραγωγικής υποδομής της χώρας μέσα από την «αποβιομηχάνιση», αλλά και την υποβάθμιση της αγροτικής οικονομίας. Έτσι η Ελλάδα μεταβλήθηκε σε μια χώρα υπηρεσιών με παρασιτικό χαρακτήρα μιας και δεν εξυπηρετούν την άνοδο της εγχώριας παραγωγής. Μόνο οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες αναλογούν κοντά στο 50% του ΑΕΠ της Ελλάδας.
Η μετάλλαξη αυτή της Ελλάδας σε μια χώρα παρασιτικών υπηρεσιών είχε βαρύτατες επιπτώσεις. Η οικονομία της υποβαθμίστηκε σε τέτοιο βαθμό που πλέον δεν είναι καν βιώσιμη, παρά μόνο ως απόφυση της ΕΕ και της ευρωζώνης. Οι επιχειρηματικές κορυφές της χώρας στράφηκαν απόλυτα στην εύκολη κερδοσκοπία μέσα από τον κρατικό κορβανά, τα ευρωπαϊκά κονδύλια και την αγορά τίτλων και χρήματος. Ενώ η απασχόληση απέκτησε κι αυτή παρασιτικά χαρακτηριστικά.
Σ’ ολόκληρη την χώρα επιβλήθηκε ένα αδίστακτο σύστημα χρηματιστικής αγυρτείας και απάτης. Η χώρα έμαθε να ζει σχεδόν αποκλειστικά από τα χρέη, τις επιδοτήσεις, την απάτη και την αγυρτεία με ευρωπαϊκά και κρατικά κονδύλια. Τα ανοιχτά σύνορα με την Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως με το κοινό νόμισμα δεν λειτούργησαν ως κίνητρο για προσέλκυση ξένων κεφαλαίων για άμεσες επενδύσεις, αλλά για την μετατροπή της χώρας σε παράδεισο κερδοσκοπίας με χαρτιά, κρατικά και ιδιωτικά χρέη.
Να γιατί σύμφωνα με το διάγραμμα Δ.7 η καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση (εισροές μείον εκροές κεφαλαίων) της Ελλάδας είναι πολύ πιο αρνητική από εκείνη της Τουρκίας. Κάτι που δεν οφείλεται στις ΑΞΕ όπως είδαμε, αλλά στο γεγονός ότι η Ελλάδα προσελκύει κατά κύριο λόγο κερδοσκοπικά κεφάλαια με σκοπό την κυβεία με κρατικά και ιδιωτικά χρέη. Γιατί να επενδύσουν στην εγχώρια παραγωγή όταν μπορούν με μεγαλύτερη ευκολία να κερδοσκοπήσουν με χαρτιά και χρέη, εξασφαλίζοντας πολύ μεγαλύτερες αποδόσεις με εγγύηση του κράτους, αλλά και έχοντας την ευκολία να βγάζουν τα κέρδη τους στο εξωτερικό;
Απέναντι σε μια τέτοια Ελλάδα που επιβιώνει υπό προθεσμία και μόνο με δανεικά, η Τουρκία κατόρθωσε να διατηρήσει και να αναπτύξει την παραγωγική της βάση. Καθώς και να μετατρέψει κυρίως τη βιομηχανία της σε πεδίο προσέλκυσης μεγάλου ύψους ξένων κεφαλαίων για άμεσες επενδύσεις. Και μάλιστα πρωτίστως από τους φίλους, συμμάχους και εταίρους της Ευρωπαϊκής Ελλάδας.
Σ’ αυτήν την ανατροπή του συσχετισμού δύναμης σε βάρος της Ελλάδας θεμελιώνεται κι ο πρωτοφανής ενδοτισμός της κρατούσας πολιτικής τάξης της χώρας. Οι κορυφές της επιχειρηματικής τάξης στην Ελλάδα, τα μεγάλα ονόματα που διαφεντεύουν την πολιτική και οικονομική ζωή της χώρας έχουν προ πολλού ξεγράψει την Ελλάδα ως «εγχώρια αγορά». Έχουν ήδη φροντίσει να βρουν καταφύγιο στο εξωτερικό με την Τουρκία να αποτελεί τον δεύτερο πιο προσφιλή προορισμό εξαγωγής κεφαλαίων από την Ελλάδα μετά την Κύπρο. Ειδικά στην περίοδο από την ένταξη στο ευρώ έως σήμερα.
Να γιατί η ιδεολογία που αναπτύσσεται στου κόλπους της κυρίαρχης τάξης, αλλά και των εκπροσώπων του στην πολιτική διακυβέρνηση της χώρας δεν είναι ο εθνικισμός, αλλά μια νεοφαναριώτικη προσέγγιση «μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης» με την Τουρκία. Φυσικά πάντα υπό την ομπρέλα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Έτσι η αλλιώς η σημερινή Ελλάδα της ΕΕ και του ευρώ δεν είναι βιώσιμη. Ούτε σαν οικονομία, ούτε σαν κοινωνία, ούτε σαν κράτος. Κι επομένως θα πρέπει να αφομοιωθεί από ευρύτερες οντότητες. Η άρχουσα τάξη της χώρας φιλοδοξεί μόνο να διευκολύνει την αφομοίωση αυτή, όχι μόνο για ίδιον όφελος, αλλά και για να εξασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξει κάτι απρόσμενο. Όπως, επί παραδείγματι, μια παλλαϊκή εξέγερση με πρόταγμα την εθνική ανεξαρτησία της Ελλάδας, που είναι η μόνη ικανή για να εξασφαλίσει – υπό προϋποθέσεις – την ανατροπή των συσχετισμών δύναμης στην περιοχή υπέρ της αυτοδύναμης και δημοκρατικής ευημερίας του ελληνικού λαού.
Η Αχίλλειος Πτέρνα της Τουρκίας.
Από την άλλη το γεγονός ότι ο Ερντογάν κατόρθωσε όλα τα προηγούμενα χρόνια να αποφύγει την τύχη της Ελλάδας θεμελιώνοντας την ανταγωνιστική ισχύ της Τουρκίας στην εισροή ξένου κεφαλαίου υπό καθεστώς προστασίας της εγχώριας παραγωγής, αποτελεί επίσης και την αχίλλειο πτέρνα του. Από το 2015 και μετά η εισροή ξένων κεφαλαίων στην Τουρκία παρουσιάζει σημαντική κάμψη. Όχι μόνο με την μορφή των ΑΞΕ, αλλά και την μορφή των επενδύσεων χαρτοφυλακίου, από τις οποίες η Τουρκία εξασφαλίζει το μεγαλύτερο μέρος των συναλλαγματικών της αποθεμάτων.
Ο λόγοι της κάμψης αυτής δεν είναι τόσο πολιτικοί, όσο οικονομικοί κι έχουν να κάνουν πρωτίστως με την κάμψη του παγκόσμιου εμπορίου. Όσο το παγκόσμιο εμπόριο σημειώνει μειώσεις, τόσο περισσότερο οι μεγάλες πολυεθνικές διστάζουν να προχωρήσουν σε νέες επενδύσεις. Κι έτσι για μια οικονομία σαν της Τουρκίας, η οποία στηρίχθηκε σε τέτοιου είδους κυρίως επενδύσεις από το εξωτερικό, αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση.
Πώς επιχειρεί ο Ερντογάν να βγει από το διαφαινόμενο αδιέξοδο; Με τον προφανή τρόπο. Σε μια περίοδο όπου το παγκόσμιο εμπόριο αρχίζει και συρρικνώνεται, τα παγκόσμια δίκτυα εμπορίου και ενέργειας αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη στρατηγική σημασία. Κι επομένως ο Ερντογάν, αν θέλει να επιβιώσει, θα πρέπει να ελέγξει ή το καθεστώς να γίνει άκρως απαραίτητο για τον άμεσο έλεγχο των δικτύων αυτών στην ευρύτερη περιοχή της Τουρκίας. Και οι περιοχές που διέρχονται τα πιο σημαντικά δίκτυα εμπορίου και ενέργειας στις μέρες μας είναι τα Βαλκάνια με πρώτη τη Μακεδονία και τη Θράκη της Ελλάδας, το Αιγαίο και ευρύτερα η Ανατολική Μεσόγειος.
Πρέπει λοιπόν πάση θυσία να επιβάλει αφενός μορατόριουμ κυριαρχίας στις ζώνες παγκόσμιου ενδιαφέροντος και να ασκήσει στρατιωτικοπολιτικό έλεγχο. Διαφορετικά θα υποστεί κι αυτός και η Τουρκία την τύχη της Ουκρανίας.
Να γιατί αναδιοργανώνει ολόκληρο το παλιό κεμαλικό κράτος σ’ έναν καθ’ όλα επιθετικό κρατικό οργανισμό ικανό να διεξάγει επεκτατικούς πολέμους κάθε μορφής. Την ίδια ώρα ανοικοδομεί τις ένοπλες δυνάμεις κατά τα πρότυπα των ανεπτυγμένων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, όπου κυριαρχεί πια ο επαγγελματικός στρατός και οι μισθοφόροι. Θέλει ένοπλες δυνάμεις ικανές για διεξαγωγή υβριδικών ή ασύμμετρων πολέμων κατάκτησης.
Την ίδια ώρα μετατρέπει σε βασικό μοχλό ολόκληρης της βιομηχανίας του το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα. Τα στοιχεία του ΟΗΕ δείχνουν ότι η Τουρκία, η Κίνα και η Τσεχική Δημοκρατία έχουν ήδη από το 2014 ενταχθεί στον κατάλογο των κορυφαίων εξαγωγέων φορητών όπλων παγκοσμίως, υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Τον τελευταίο χρόνο η Τουρκία επιχειρεί να αποκτήσει πλήρη αυτονομία στην παραγωγή όλων των βασικών οπλικών συστημάτων που χρειάζεται η ίδια, αλλά και για λόγους εξαγωγών. Στα πλαίσια αυτά έχει αναπτύξει στενότατες σχέσεις με το Ισραήλ, την Κίνα και τη Νότια Κορέα, ώστε να μην εξαρτάται πλέον μονομερώς από τις ΗΠΑ και την Γερμανία.
Ειδικά το Ισραήλ έχει παίξει κομβικό ρόλο στην εκπαίδευση, στελέχωση και οργάνωση του νέου μισθοφορικού τουρκικού στρατού που αποκτά πολεμική εμπειρία στη Συρία. Χάρις στο Ισραήλ επίσης η Τουρκία έχει τα πιο αποτελεσματικά άρματα μάχης για συρράξεις σε αστικό περιβάλλον από όλες τις χώρες μέλη του ΝΑΤΟ. Πρόκειται για πάνω από 160 μετασκευασμένα από το Ισραήλ Μ-60, που αποδείχθηκαν στις μάχες του Αφρίν πολύ πιο αποτελεσματικά από τα γερμανικά Leopard 2 A4.
Η πολιτική του Ερντογάν προκειμένου να αποτρέψει την κατάρρευση της Τουρκίας λόγω έλλειψης ξένων κεφαλαίων, είναι η επέκταση με κάθε τρόπο. Πρώτα και κύρια με όρους στρατιωτικοπολιτικής ισχύος. Και για να το πετύχει αυτό, θα πρέπει να αναδειχθεί σε περιφερειακή στρατιωτική υπερδύναμη χωρίς την οποία δεν μπορούν να λειτουργήσουν οι σχεδιασμοί της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Να γιατί ο Ερντογάν δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς πόλεμο. Χωρίς να επεκτείνει τις ζώνες επιρροής και ελέγχου της Τουρκίας. Και προκειμένου να τα καταφέρει είναι υποχρεωμένος να γίνει απρόβλεπτος και ικανός να παίξει με όλους τους μεγάλους παίκτες της παγκόσμιας οικονομίας και πολιτικής. Να γιατί στα Βαλκάνια, το Αιγαίο και γενικά στην Ανατολική Μεσόγειο, όχι μόνο θα ζήσουμε την κλιμάκωση της επιθετικότητας της Τουρκίας, αλλά θα ζήσουμε με την άμεση απειλή του πολέμου. Ενός απρόβλεπτου πολέμου, που έχει ήδη ξεκινήσει με όρους αναμέτρησης από την μεριά της Τουρκίας. Άλλωστε η Ελλάδα τελεί ήδη υπό κατοχή και εκποίηση με οικονομικό εκτόπισμα που ταιριάζει περισσότερο σε επαρχία της Τουρκίας.
Απέναντι σε μια τέτοια Τουρκία η κρατούσα τάξη της Ελλάδας ελπίζει μόνο να πείσει τον Ερντογάν ότι αξίζει τον κόπο να της εξασφαλίσει μερίδιο από την λεία. Άλλωστε για ένα μερίδιο από τη βιομηχανία λαθραίας διακίνησης μεταναστών, προσφύγων, πετρελαίου, όπλων και πρέζας, η «δική μας» άρχουσα τάξη είναι διατεθειμένη όχι μόνο να πουλήσει και να ξαναπουλήσει την Ελλάδα, αλλά και τη μάνα της την ίδια. Αρκεί να βρεθεί καλός αγοραστής.
Η Ελλάδα έχει καταντήσει να συνιστά ως μερίδιο αγοράς γύρω στο 20% της Τουρκίας για τις παγκόσμιες δυνάμεις του κεφαλαίου εξ Ευρώπης και ΗΠΑ. Ενώ το επενδυτικό ενδιαφέρον τους για την Ελλάδα δεν υπερβαίνει το 30% της Τουρκίας. Γιατί να την υπερασπιστούν; Δεν θα ήταν πιο λογικό γι’ αυτούς και τα συμφέροντά τους να ενοποιηθεί αν όχι ολόκληρη η Ελλάδα, τουλάχιστον εκείνα τα μέρη με τα πιο σημαντικό οικονομικό και γεωστρατηγικό ενδιαφέρον με την Τουρκία; Γιατί να μην επιτρέψουν στον Ερντογάν να προσαρτήσει έστω και ως γκρίζες ζώνες σημαντικές περιοχές της Ελλάδας; Έτσι κι αλλιώς η Τουρκία σημαίνει πολύ περισσότερα για τους Δυτικούς από την Ελλάδα όπως καταντήσει σήμερα.
Η τροχιά της Ελλάδας προς τη διάλυση, τον ακρωτηριασμό και την αφομοίωση έχει προκαθοριστεί εδώ και χρόνια. Από τότε που η άρχουσα τάξη της έκανε την στρατηγική επιλογή να την προσδέσει στην αποκαλούμενη «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση». Τώρα υπό συνθήκες επιδείνωσης της παγκόσμιας ύφεσης κινδυνεύει να βιώσει ακόμη και θερμό πόλεμο, προκειμένου να χαθεί για πάντα.
Το μόνο που μένει να απαντηθεί είναι αν θα το επιτρέψει ο πατριωτισμός του λαού της. Αν δηλαδή θα ξανακάνει το θαύμα του προκειμένου να διασώσει για μια ακόμη φορά την πατρίδα του από τον ολοκληρωτικό χαμό.