Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Η ΕΥΤΥΧΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ


Τώρα που κατακάθισε ο κονιορτός από μια -ζωηρή θα τη χαρακτηρίζαμε- συζήτηση με φίλους, λίγες μέρες πριν, ας προσπαθήσουμε να βάλουμε τις σκέψεις σε μια σειρά.


Το θέμα αφορούσε το πρόβλημα των προβλημάτων: το παροδικό και το διαρκές, και τη σχέση αυτών των δύο. Και, φυσικά, τι είναι αυτό που εμποδίζει τον συνειδητοποιημένο αναζητητή να πετύχει την υπέρβαση, φώτιση, αφύπνιση, ή όπως αλλιώς προτιμά να αποκαλεί ο καθένας την έξοδο από τον κόσμο της οδύνης. Γιατί η παροδικότητα από την ίδια τη φύση της συνεπάγεται πόνο, και σωματικό και ψυχικό. Με δεδομένη την προσωρινότητα όλων των καταστάσεων της ένσαρκης ύπαρξης, πού υπάρχει θέση για ευτυχία, αν υποτεθεί ότι κάποιος τη βιώνει σε δεδομένο χρόνο; Εντούτοις, οι άνθρωποι είναι μανιώδεις κυνηγοί αυτής της χίμαιρας.

Ας δούμε πώς αντιμετωπίζει το ζήτημα της ευτυχίας ο μέσος άνθρωπος, από τη στιγμή που ανακαλύπτει το εγώ του, κατά την περίοδο της εφηβείας συνήθως. Ο έφηβος λοιπόν είναι γεμάτος επιθυμίες, οι οποίες αναδύονται με ηφαιστειώδη ορμή από τα βάθη αυτού του εγώ, και των οποίων η ικανοποίηση -πιστεύει το νεαρό άτομο- θα γεμίσει τη ζωή του με μεγάλες χαρές. Είναι βέβαιος για την επιτυχία του, θεωρώντας, κατά κάποιο τρόπο, πως η ζωή του τη χρωστάει. Ο μέσος έφηβος έχει ένα θράσος και μια υπεροψία, καθώς τοποθετεί τον εαυτό του στο κέντρο του σύμπαντος.

Αν τώρα συμβεί κάτι που θα τραυματίσει αυτό το τεράστιο εγώ, π.χ. μια σωματική μειονεξία, μια απόρριψη από το περιβάλλον, κ.τ.λ., υφίσταται ένα ισχυρό τραυματικό σοκ, το οποίο μπορεί να εξελιχθεί πολύ άσχημα, φτάνοντας σε ψυχολογική διαταραχή ή ανισορροπία. Αρκεί να κυτάξει κανείς πίσω από τις αυτοκτονίες και την εγκληματικότητα αυτής της ηλικίας.

Κατά κανόνα, πάντως, οι έφηβοι διέπονται από μια θορυβώδη χαρά, η οποία πηγάζει από τη δυναμική και ευεξία του σώματός τους. Οι γνωστές κυκλοθυμικές μεταπτώσεις των εφήβων δεν αναιρούν τα παραπάνω. Αυτό που πριν ονομάσαμε «θράσος» της νεότητας οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι το νεαρό άτομο αδυνατεί να φανταστεί τον εαυτό του στα σαράντα, στα εξήντα, εβδομήντα... Δεν αντιλαμβάνεται την παροδικότητα, ούτε σκέφτεται τη βραχύτητα του βίου. Έτσι, η σωματική ευεξία μαζί με την υπαρξιακή ανεμελιά γεννούν το είδος της χαράς και της βεβαιότητας της επιτυχίας που περιγράψαμε.

Στην προχωρημένη νεότητα και καθώς φτάνει ο άνθρωπος στην ωριμότητα, η «νεανική ανοησία», όπως τη χαρακτηρίζει κάπου η Διδασκαλία, έχει υποχωρήσει ή και εξανεμιστεί τελείως. Πολλές προσδοκίες έχουν ήδη διαψευστεί, ευθύνες, δυσκολίες, οδυνηρές εμπειρίες έχουν πλέον συσσωρευθεί. Η αβεβαιότητα έχει κάνει την εμφάνισή της, το μέλλον δεν είναι τόσο επιθυμητό, και οι πρώτοι φόβοι αναδεύονται κιόλας στα βάθη της συνείδησης. Παρ΄όλα αυτά, οι άνθρωποι εξακολουθούν να «γιορτάζουν γενέθλια» -λες και η γέννησή τους σηματοδοτεί καμιά μεγάλη ευτυχία ή σπουδαιότητα για τον κόσμο! Τέλος πάντων, το παλεύουν ακόμη κυνηγώντας την ουτοπία τους. Εν τω μεταξύ το «γαλάζιο πουλί της νιότης» όλο και ρίχνει τα φτερά του...

Για τη μέση ηλικία μπορεί να πει κανείς πως έχει την ηρεμία του Φθινοπώρου. Τα πράγματα έχουν πια διευθετηθεί, οι υποχρεώσεις λιγοστέψει και μαζί και οι μεγάλες προσδοκίες. Οι μεσήλικες δεν κυνηγούν έντονες συγκινήσεις, η ευτυχία τους συνίσταται στη διατήρηση του status quo, στην ησυχία και σε μικροδιασκεδάσεις, οι οποίες αποκτούν νόημα ζωής. Οι σωματικές δυνάμεις υφίστανται ακόμη, αν και σε κάμψη. Τα πρώτα σημάδια κινδύνου για την υγεία κάνουν την εμφάνισή τους. Το μέλλον είναι ανεπιθύμητο και επίφοβο...

Για τη γεροντική ηλικία χρειάζεται να πούμε οτιδήποτε; Η ίδια η κατάσταση είναι απεικόνιση της ανθρώπινης τραγωδίας. Παρακμή όλων των δυνάμεων, συχνά και των πνευματικών, ασθένειες που ταλανίζουν το σώμα και την ψυχή, ανασφάλεια, και το κοντινό πλέον τέρμα όλων των γνωστών πραγμάτων. Το βραχυπρόθεσμο μέλλον ακούει στο όνομα «φόβος». Φόβος του τέλους, φόβος του πόνου, φόβος του αγνώστου. Η λεγόμενη «γεροντική μελαγχολία» είναι πολύ γνωστή και πολύ συγγνωστή...

Ούτε προσδοκίες πια, ούτε ελπίδες. Η μόνη ελπίδα και επιδίωξη η παράταση της -εξαθλιωμένης- ύπαρξης, με κάθε μέσον: «Και με τα τόσα βάσανα πάλι η ζωή γλυκιά ΄ναι», που λέει ο ποιητής! Και όλη αυτή η τραγικότητα της ανθρώπινης μοίρας αποτυπώνεται -αλήθεια, πόσο εκφραστικά!- πάνω στο πρόσωπο του ηλικιωμένου, σαν μάσκα αρχαίας τραγωδίας.

Και όλη αυτή η πορεία δεν είναι μήπως η πραγματική πανάρχαια τραγωδία της ανθρωπότητας; Και γιατί αυτό; Και είναι δυνατή η διαφυγή από τούτο τον εφιάλτη;

Όλα αυτά βέβαια αφορούν τον μέσο όρο ανθρώπου και δεν αποτελούν καμιά πρωτότυπη ανακάλυψη. Είναι κοινός τόπος και ο λόγος ακριβώς για τον οποίο οι άνθρωποι κάποια στιγμή ζητούν να βγουν από την πεπατημένη οδό και οδηγούνται στο πνευματικό μονοπάτι. Άλλο είναι το θέμα. Έχει να κάνει μ΄αυτούς τους τελευταίους, τους αναζητητές της διεξόδου ή εξόδου. Γι΄αυτούς λοιπόν έρχεται μια στιγμή μεγάλης δυσκολίας. Είναι όταν οι εγκόσμιες επιθυμίες σιγούν και η κοσμική ζωή δεν έχει πια δέλεαρ για κείνους. Ο κόσμος που ήξεραν έχει αφεθεί πίσω, δεν διαθέτει πλέον έλξη, από την άλλη όμως δεν έχουν ανοίξει ακόμη οι πύλες του νέου κόσμου. Έτσι, ούτε πίσω μπορούν να γυρίσουν πλέον, ούτε όμως έχουν κάνει το αποφασιστικό βήμα μέσα στην ανώτερη σφαίρα. Είναι μετέωροι ανάμεσα σε δύο κόσμους, χωρίς να ανήκουν πραγματικά σε κανέναν. Το μεγάλο, οριστικό άλμα στη νέα κατάσταση δεν έχει γίνει, η πύλη δεν έχει ανοιχτεί.

Αυτή η μετέωρη θέση είναι ασφαλώς πολύ δύσκολη. Και το ερώτημα είναι: Τι εμποδίζει το άνοιγμα της πύλης; Πού σκοντάφτει το αποφασιστικό βήμα; Θα προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τις αιτίες αυτής της δυσκολίας, ή, τουλάχιστον, κάποιες από αυτές.
AGNI YOGA HELLAS, 1/2/2011.