Οι κίνδυνοι παραμένουν μεγάλοι για την Ελλάδα, ακόμα και το Grexit, παρά το νέο πακέτο διάσωσης, δήλωσε ο οικονομολόγος Μοχάμεντ Ελ Εριάν στο CNBC.
Ο βραχυπρόθεσμος οδικός χάρτης για την αντιμετώπιση του χρέους που πέρασε το ελληνικό κοινοβούλιο νωρίς την Πέμπτη, θα εξελιχτεί μάλλον σχετικά ομαλά, πρόσθεσε ο επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος του γερμανικού χρηματοπιστωτικού γίγαντα Allianz.
Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, η κατάσταση θα γίνει «πολύ άσχημη» για την Ελλάδα, προειδοποίησε Ελ Εριάν. «Η Ελλάδα δεν πιστεύει στο πρόγραμμα. Έτσι, η εφαρμογή θα έχει δυσκολίες. Η χρηματοδότηση θα είναι πολύ δύσκολη».
«Δεν πρόκειται να είναι εύκολο να ανακάμψει αυτή η οικονομία», η οποία συνεχίζει να καταρρέει, συνέχισε, προσθέτοντας ότι η αναδιάρθρωση και ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος θα είναι ακριβή.
«Το βασικό σενάριο εξακολουθεί να είναι ότι η Ελλάδα θα βγει τελικά από τη ζώνη του ευρώ», είπε. «Η συμφωνία καθυστερεί το αναπόφευκτο».
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε την Πέμπτη την πολυπόθητη αύξηση δανεισμού μέσω του ELA στις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες έχουν κλείσει για περισσότερο από δύο εβδομάδες με ταυτόχρονους ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων και τις αναλήψεις.
Στο πλαίσιο των βίαιων διαμαρτυριών, η έγκριση από Έλληνες νομοθέτες των μέτρων λιτότητας που απαιτούνται από τους πιστωτές για ένα τρίτο πακέτο διάσωσης θα ανοίξει το δρόμο για 94 δισ. δολ. οικονομικής βοήθειας, καθώς η χώρα θα πρέπει να αποπληρώσει χρέη από τις δύο προηγούμενες διασώσεις.
Η Ελλάδα είναι ήδη σε καθεστώς ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο ήταν ιδιαίτερα επικριτικό αναφορικά με την τελευταία συμφωνία Ελλάδας πιστωτών. Το ΔΝΤ είπε ότι η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερη ελάφρυνση του χρέους από ό,τι επί του παρόντος εξετάζεται.
«Το ΔΝΤ βρίσκεται υπό τεράστια πίεση για να κάνει πράγματα που δεν θα έπρεπε να κάνει, δηλ. για να δανείζει εν μέσω μιας κατάστασης κατά την οποία δεν είναι βιώσιμο το χρέος», δήλωσε ο Ελ Εριάν, ο οποίος πέρασε 15 χρόνια στο ΔΝΤ. Αλλά «στο τέλος της ημέρας, θα συμπλεύσει με τους υπόλοιπους, λόγω της πολιτικής πίεσης».