Την παραίτηση του, συνοδευμένη από πολλά υπονοούμενα, υπεβαλε ο Γενικός Γραμματέας Δημόσιας Περιουσίας Δημήτρης Κλούρας, πέντε μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του μετά από απαίτηση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών Τρ. Αλεξιάδη.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωση που εξέδωσε ο κ. Κλούρας, του ζητήθηκε να παραιτηθεί σε μια στιγμή που διερευνούσε μεταξύ άλλων την υπόθεση των 28 ακινήτων που ανήκαν στο Δημόσιο και στη συνέχεια, αφού πωλήθηκαν σε ιδιώτες με αξία πολύ κατώτερη της αντικειμενικής, μισθώθηκαν από το Δημόσιο με άκρως ετεροβαρείς γι’ αυτό όρους (υπόθεση “sales and lease back”).
Ενόψει της σημερινής ψηφοφορίας στη Βουλή για την αποδοχή ή την καταψήφιση νομοσχεδίου – μνημονίου εκατοντάδων σελίδων, του οποίου την υπερψήφιση ζητεί η σημερινή κυβέρνηση, οφείλω να επισημάνω κρίσιμα ζητήματα, ως προς τις ρυθμίσεις για την τύχη της περιουσίας του Δημοσίου (κινητής και ακίνητης), κατόπιν επισταμένης μελέτης των σχετικών με το συγκεκριμένο ζήτημα διατάξεων του νομοσχεδίου – μνημονίου.
Όλα δε αυτά, αναμένοντας την αποδοχή της παραίτησής μου, στην οποία εξαναγκάσθηκα, μετά από αίτημα του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, κ. Τρ. Αλεξιάδη, η οποία αποδοχή εκκρεμεί από την 6η Αυγούστου 2015, αισθάνομαι, για μία ακόμη φορά, την ανάγκη να διατυπώσω την άποψή μου, σε μία κρίσιμη στιγμή για τη χώρα, όπως το είχα πράξει και την παραμονή του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015, για το οποίο, δυστυχώς, επιβεβαιώθηκαν οι φόβοι μου, ως προς το χειρισμό του αποτελέσματός του («Ευχή μου είναι να μην προδοθεί αυτός ο λαός, να μην προδοθεί η ελπίδα του, η καρτερικότητά του και η αγωνιστικότητά του»).
Το υπό κρίση νομοσχέδιο – μνημόνιο, όπως εξάλλου και όλα τα προηγηθέντα, είναι απολύτως αντισυνταγματικό και άκρως βλαπτικό για τη χώρα. Σ’ό,τι δε αφορά στην περιουσία του Δημοσίου ισχύουν τα ακόλουθα:
Η ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
- Δεν αναφέρεται το παραμικρό στην αιτιολογική έκθεση σε σχέση με τις διατάξεις, που αφορούν στη δημόσια περιουσία. Πρόκειται για σοβαρότατη έλλειψη, η οποία καθιστά διαβλητή τη σχετική διαδικασία. Ειδικότερα:
Σύμφωνα με το άρθρο 74 παρ. 1 εδ. α΄ του Συντάγματος, «Κάθε νομοσχέδιο και κάθε πρόταση νόμου συνοδεύεται υποχρεωτικά από αιτιολογική έκθεση». Στην υπό κρίση περίπτωση, ναι μεν υφίσταται αιτιολογική έκθεση, αλλά όχι για το σύνολο του νομοσχεδίου, δηλαδή μόνο για ορισμένα τμήματά του. Στη δε παρ. 4 του ιδίου άρθρου του Συντάγματος ρητώς αναφέρεται, ότι «Δεν εισάγεται για συζήτηση νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου, που αποσκοπεί στην τροποποίηση διάταξης νόμου, αν δεν έχει καταχωριστεί στην αιτιολογική έκθεση ολόκληρο το κείμενο της διάταξης, που τροποποιείται, και στο κείμενο του νομοσχεδίου ή της πρότασης ολόκληρη η νέα διάταξη, όπως διαμορφώνεται με την τροποποίηση». Στην υπό κρίση περίπτωση προκύπτει η εκ των πραγμάτων τροποποίηση ή και κατάργηση διατάξεων νόμου, τόσο του ιδρυτικού νόμου του ΤΑΙΠΕΔ (Ν. 3896/2011), όσο και του Ν. 4321/2015 (άρθρο 24), λόγω των αντίθετων ρυθμίσεων, που εισάγονται στο νομοσχέδιο – μνημόνιο. Πλην όμως, ουδέν αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση για τα ζητήματα της ιδιωτικοποίησης της δημόσιας περιουσίας, πολλώ δε μάλλον δεν αναφέρονται οι τροποποιούμενες ή καταργούμενες διατάξεις. Ενδεικτικά, επισημαίνεται, ότι στο άρθρο 24 παρ. 3 του Ν. 4321/2015 ρητώς αναφέρεται, ότι τα έσοδα από την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου θα διοχετεύονται κυρίως υπέρ της ενίσχυσης των ασφαλιστικών ταμείων («Τα έσοδα που θα προκύπτουν θα αξιοποιούνται κυρίως για τη χρηµατοδότηση της κοινωνικής πολιτικής του κράτους και τη στήριξη της κοινωνικής ασφάλισης, όπως ειδικότερα θα προβλέπεται στον ιδρυτικό του νόµο»). Αντιθέτως, στο υπό κρίση νομοσχέδιο – μνημόνιο ρητώς αναφέρεται, ότι τα έσοδα από την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου θα διοχετευθούν υπέρ της εξυπηρέτησης του χρέους και της κάλυψης του κόστους ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και δευτερευόντως για επενδύσεις. Συνεπώς, το υπό κρίση νομοσχέδιο – μνημόνιο δεν πρέπει να εισαχθεί για συζήτηση στη Βουλή. Επισημαίνεται, τέλος, ότι, σύμφωνα με το άρθρο 77 παρ. 1 του Συντάγματος, «Η αυθεντική ερμηνεία των νόμων ανήκει στη νομοθετική λειτουργία». Πλην όμως, στην υπό κρίση περίπτωση, δεν υφίσταται επίσημη νομοθετική – αυθεντική ερμηνεία. Τα πάντα αφήνονται στην αυθαίρετη κρίση και βούληση των δανειστών της χώρας.
- Φέρονται στο νομοσχέδιο – μνημόνιο, ως επισυναπτόμενα σ’αυτό, με τη μορφή παραρτήματος, και ως αποτελούμενα αναπόσπαστο μέρος της συμφωνίας, α) το από 30-7-2015 Σχέδιο Αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων, που ενέκρινε το ΤΑΙΠΕΔ και β) κατάλογος κρατικών δράσεων σε εκκρεμότητα, που φέρεται να έχει εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ. Ωστόσο, ουδέν εξ αυτών είναι επισυναπτόμενο στο διανεμηθέν νομοσχέδιο – μνημόνιο, με αποτέλεσμα να καλούνται να αποφανθούν οι βουλευτές επί ενός κειμένου, το οποίο αγνοούν. Το γεγονός αυτό καθιστά άκυρη και απολύτως διαβλητή τη σχετική διαδικασία.
- Μόλις προ πέντε περίπου μηνών η ίδια κυβέρνηση είχε ψηφίσει το Ν. 4321/2015, όπου στο άρθρο 24 ρητώς προέβλεπε, ότι τα ποσά από την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου θα προορίζονταν κυρίως για την ενίσχυση της κοινωνικής ασφάλειας. Σήμερα, η ίδια κυβέρνηση έρχεται και ανατρέπει τις δικές της πράξεις και εξαγγελίες. Πρόκειται για ευτελισμό της κοινοβουλευτικής – νομοθετικής διαδικασίας, αλλά και για πλήρη αυτοκατάργηση της εθνικής ανεξαρτησίας. Υπενθυμίζεται, ότι η ίδια η κυβέρνηση, δια του πρωθυπουργού, αλλά και σημαντικών κυβερνητικών στελεχών και βουλευτών της, ενεργούν υπό το καθεστώς εκβιασμού. Το γεγονός αυτό καθιστά παντελώς άκυρους τους νόμους, τους οποίους ψηφίζει.
Η ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
- Το υπό κρίση νομοσχέδιο – μνημόνιο παραβιάζει ευθέως τη λαϊκή βούληση, όπως αυτή εκφράσθηκε στο πρόσφατο δημοψήφισμα, καθότι προβλέπει μέτρα σε βάρος του λαού, του πολιτεύματος και της εθνικής κυριαρχίας, πολύ δυσμενέστερα από αυτά, που απέρριψε με συντριπτική πλειοψηφία. Υπενθυμίζεται, ότι το δημοψήφισμα έγινε για σπουδαίο – κρίσιμο εθνικό θέμα και ότι, σύμφωνα με το άρθρο 44 παρ. 2 εδ. α΄ του Συντάγματος, σε συνδυασμό με το άρθρο 16 παρ. 3 του Ν. 4023/2011, το αποτέλεσμά του ήταν δεσμευτικό. Κατά συνέπεια, το παρόν νομοσχέδιο – μνημόνιο, όπως και όλα τα προσφάτως ψηφισθέντα προαπαιτούμενα, παραβιάζουν ευθέως τη λαϊκή βούληση και κυριαρχία και, ως εκ τούτου, το Σύνταγμα (άρθρο 120 παρ. 2 και 3 του Συντάγματος).
- Παραχωρείται ευθέως εθνική κυριαρχία στους δανειστές της χώρας, κατά παράβαση της λαϊκής βούλησης και του Συντάγματος, παραβιάζεται ευθέως η εδαφική κυριαρχία της χώρας, αλλά και ακυρώνεται ο κοινοβουλευτικός έλεγχος για τους ακόλουθους λόγους:
– Ρητώς προβλέπεται, ότι όλα τα νομοσχέδια, συμπεριλαμβανομένων και αυτών, που αφορούν στην αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου, πρέπει να ελέγχονται προηγουμένως από τους δανειστές της χώρας και να τυγχάνουν της εγκρίσεώς τους. Είναι, λοιπόν, προφανές, ότι παραχωρείται ευθέως η νομοθετική πρωτοβουλία και η νομοθετική λειτουργία του κράτους στους δανειστές του. Η δε νομοθεσία θα πρέπει να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις των δανειστών, προκειμένου να επιτυγχάνονται, πάσει θυσία, οι στοχοι, που τίθενται στο υπό κρίση νομοσχέδιο – μνημόνιο.
– Καταργείται ο κοινοβουλευτικός έλεγχος και οι όποιες εγκρίσεις φθάνουν μόνο μέχρι το Υπουργικό Συμβούλιο ή το ΚΥΣΟΙΠ. Το δε ΤΑΙΠΕΔ και εν συνεχεία το νέο ΤΑΜΕΙΟ εξομοιώνονται σε τουλάχιστον ισότιμο εταίρο με το ελληνικό Δημόσιο. Σε κάθε περίπτωση, παραχωρείται το δικαίωμα στο ΤΑΙΠΕΔ ή στο νέο ΤΑΜΕΙΟ, καθώς και στους δανειστές της χώρας, να τροποποιούν – επικαιροποιούν μονομερώς τους στόχους και τα προς αξιοποίηση περιουσιακά στοιχεία της χώρας. Σημαντικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός, ότι το νομοσχέδιο προβλέπει απλώς, ότι το ελληνικό δημόσιο θα έχει τη διαχείριση του νέου ΤΑΜΕΙΟΥ, χωρίς όμως να προβλέπει, ότι θα είναι και ο μοναδικός μέτοχος (άλλο είναι η διαχείριση και άλλο η ιδιοκτησία των μετοχών).
– Η εποπτεία του νέου Ταμείου Αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου θα ανήκει στους δανειστές της χώρας. Εποπτεία δε, σύμφωνα με το νομοσχέδιο – μνημόνιο, ρητώς σημαίνει ευθύ έλεγχο των πάντων από τους δανειστές και προηγούμενη έγκρισή τους για οτιδήποτε.
– Στο νέο ΤΑΜΕΙΟ ρητώς προβλέπεται να ενταχθεί κάθε σημαντικής αξίας περιουσιακό στοιχείο της Ελλάδας, ήτοι όχι μόνο ακίνητη περιουσία, αλλά και κινητές αξίες (π.χ. μετοχές εταιρειών, στις οποίες μετέχει το ελληνικό δημόσιο), καθώς και οι κάθε είδους πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας. Το δε ύψος των 50 δις ευρώ, το οποίο προβλέπει το νομοσχέδιο – μνημόνιο, είναι τόσο μεγάλο, ώστε να δύναται να περιλάβει ό,τι έχει και δεν έχει το ελληνικό δημόσιο. Σε άλλη δε διάταξη του μνημονίου, ρητώς προβλέπεται η διακριτική ευχέρεια των δανειστών της χώρας να ικανοποιούνται προνομιακά από τα περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου, τα οποία θα έχουν περιληφθεί ή θα περιληφθούν στο νέο ΤΑΜΕΙΟ (παροχή εγγυήσεων – υποθήκευση της περιουσίας του Δημοσίου). Πρόκειται για επί της ουσίας οικιοθελή και άνευ όρων παράδοση της χώρας, τόσο σε εδαφικό, όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση, δίνεται ρητώς μεγάλη έμφαση σε όλη την ακίνητη περιουσία του Δημοσίου («… ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να καταβληθεί για την αποκόμιση αξίας από ακίνητα περιουσιακά στοιχεία της Ελληνικής Δημοκρατίας, περιλαμβανομένων εκείνων στην κατοχή της ΕΤΑΔ»).
ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
- Επί της ουσίας καταργείται σιωπηρά και σταδιακά η Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας (ΓΓΔΠ) και οι υπαγόμενες σ’αυτήν Υπηρεσίες, καθότι το σύνολο της περιουσίας του Δημοσίου, αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών και διαχείρισης της ΕΤΑΔ, προβλέπεται να μεταβιβασθεί στο νέο ΤΑΜΕΙΟ («… ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να καταβληθεί για την αποκόμιση αξίας από ακίνητα περιουσιακά στοιχεία της Ελληνικής Δημοκρατίας, περιλαμβανομένων εκείνων στην κατοχή της ΕΤΑΔ»). Δεν είναι, λοιπόν, τυχαία η σταδιακή απαξίωση των Υπηρεσιών της ΓΓΔΠ, καθώς και το γεγονός, ότι τα στελέχη της ουδέποτε ρωτήθηκαν και ουδεμία συμμετοχή είχαν στις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους δανειστές της χώρας σε σχέση με τις τύχες της περιουσίας του Δημοσίου. Προνομιακός και αποκλειστικός συνομιλητής εξακολουθεί να είναι το ΤΑΙΠΕΔ με τα γνωστά μέχρι σήμερα αποτελέσματα..
- Προβλέπεται ρητώς η «ρευστοποίηση» όλων των σημαντικής αξίας περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου, «με ιδιωτικοποιήσεις και άλλα μέσα». Τα «άλλα μέσα» ουδόλως αποκλείεται να είναι η μέθοδος του «sales and lease back», η οποία έχει αποδειχθεί επιζήμια για το Δημόσιο, καθώς επίσης η σύσταση ομολογιών, που θα περιλαμβάνουν περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου και η εν γένει τιτλοποίησή τους.
- Προβλέπεται υποχρέωση της κυβέρνησης για σύσταση του νέου ΤΑΜΕΙΟΥ μέχρι τον Μάρτιο του 2016. Η σύσταση θα δρομολογηθεί από «ανεξάρτητη» Ομάδα Δράσης, η οποία, επί της ουσίας, θα ορίζεται και θα κατευθύνεται από τους δανειστές της χώρας.
- Προβλέπεται η υποχρέωση της κυβέρνησης για προώθηση της ιδιωτικοποίησης των λιμένων Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, καθώς και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, το αργότερο μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου 2015, «χωρίς ουσιώδεις αλλαγές στους όρους του δαγωνισμού», αλλά και η λήψη «μη αναστρέψιμων μέτρων για την πώληση των περιφερειακών αερολιμένων υπό τους ισχύοντες όρους ως προς τους ήδη επιλεγέντες προσφέροντες», που δεν είναι άλλοι από το γερμανικό δημόσιο. Εν ολίγοις οι δανειστές μας και ιδίως οι Γερμανοί μας καλούν να προβούμε σε ιδιωτικοποίηση των βασικών υποδομών της χώρας και την ίδια στιγμή οι ίδιοι ακολουθούν αντίθετη πορεία. Σε κάθε περίπτωση, οι δανειστές μας επιχειρούν, δια του παρόντος νομοσχεδίου – μνημονίου, να επιβάλλουν στη χώρα μας ιδιωτικοποιήσεις, ασχέτως της νομιμότητάς τους, αλλά και του εάν συμφέρουν οικονομικά το ελληνικό δημόσιο.
- Το νομοσχέδιο – μνημόνιο αναφέρει αόριστους όρους – έννοιες, όπως αυτές περί «αρχών», «ρευστοποίησης με άλλα μέσα», «ανεξάρτητης Ομάδας Δράσης» και «εύλογης αξίας». Δυστυχώς, ελλείψει αιτιολογικής εκθέσεως, ως προς τις συγκεκριμένες διατάξεις του νομοσχεδίου, αλλά και των μεγάλων εξουσιών – αρμοδιοτήτων, που παραχωρούνται στους δανειστές της χώρας μας, η πρωτογενής ερμηνεία των διατάξεων του νομοσχεδίου – μνημονίου επαφίεται σ’αυτούς.
- Προβλέπεται ρητώς ο τριμηνιαίος έλεγχος και επανακαθορισμός των στόχων από τους δανειστές της χώρας.
- Δεν προβλέπεται η κατάργηση της αντισυνταγματικής ασυλίας των μελών του Δ.Σ. του ΤΑΙΠΕΔ (αστικής και ποινικής), που αποτελεί γενεσιουργό αιτία σκανδάλων και οδηγεί στην ατιμωρησία για σοβαρά διαπραχθέντα αδικήματα σε βάρος του Δημοσίου, αλλά και δυσχέρεια, εάν όχι αδυναμία, διεκδίκησης της όποιας αποζημίωσης υπέρ του Δημοσίου. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των 28 ακινήτων του Δημοσίου, τα οποία πωλήθηκαν σε ιδιωτικές εταιρείες σε εξευτελιστικές τιμές και μισθώθηκαν από το Δημόσιο με όρους άκρως ετεροβαρείς για το Δημόσιο (υπόθεση “sales and lease back”).
Όλα τα παραπάνω τα επισημαίνω με πόνο ψυχής, προκειμένου να συμβάλλω στην ενημέρωση πολιτών και βουλευτών και με την ελπίδα οι τελευταίοι να λάβουν την ορθή απόφαση για την πατρίδα μας και για το λαό μας.