Η Fed οδηγήθηκε μόνη της σε αδιέξοδο, έχοντας χάσει από τη Bundesbank – αφού, εάν δεν αυξήσει τα επιτόκια θα χάσει την αξιοπιστία της ενώ, εάν τα αυξήσει χωρίς τη στήριξη της ΕΚΤ, θα καταρρεύσουν οι αγορές σε χρόνο μηδέν
.«Φαίνεται πως πιθανότατα θα επαναληφθεί ακόμη μία φορά αυτό που ανέκαθεν ισχύει για τη Γερμανία – το ότι κερδίζει όλες τις μάχες, αλλά χάνει τον πόλεμο, αφού έκανε το μεγάλο λάθος να προκαλέσει τις Η.Π.Α.«.
Η Ελλάδα έχει ασφαλώς μεγάλα προβλήματα, ενώ η Τρόικα φαίνεται διατεθειμένη να την αφήσει να καταστραφεί, εάν φέρει αντίρρηση στη μετατροπή της σε χώρα της Lidl – εάν αρνηθεί δηλαδή να υποταχθεί στη δικτατορία των πολυεθνικών που προωθείται, όπου όλοι κατασκοπεύονται και απαγορεύεται να εκφραστούν ελεύθερα, κινδυνεύοντας ανά πάσα στιγμή να πεταχτούν στο δρόμο.
Μπορεί όμως να πραγματοποιήσει τις απειλές της η εκπρόσωπος της Γερμανίας και του ΔΝΤ ή μήπως πρόκειται για άσφαιρα πυρά, αφού το σύστημα δεν είναι σε θέση να αφομοιώσει μία ακόμη κρίση;
Η απάντηση είναι ασφαλώς πολύ δύσκολη, κρίνοντας από όλα όσα συνέβησαν την εβδομάδα που ο διοικητής της ΕΚΤ απογοήτευσε τους επενδυτές, ανακοινώνοντας λιγότερα μέτρα, από όσα περίμεναν. Οι αγορές κατέρρευσαν, μαζί με το δολάριο, χωρίς κανένας να καταλαβαίνει την πραγματική αιτία – η οποία είναι ουσιαστικά απλή, έχοντας σχέση με την πρόθεση της Fed να αυξήσει τα βασικά επιτόκια.
Η αμερικανική τράπεζα δεν θέλει βέβαια να τα αυξήσει, αφού θα ήταν ανόητο λόγω των προβλημάτων των Η.Π.Α. – οι οποίες έχουν τρομακτικά μεγάλα δίδυμα ελλείμματα, καθώς επίσης τεράστια χρέη (γράφημα). Είναι υποχρεωμένη όμως να το κάνει μετά από σχεδόν επτά χρόνια, επειδή διαφορετικά θα χάσει την αξιοπιστία της – έχοντας καθυστερήσει σχεδόν ένα χρόνο, από την πρώτη ανακοίνωση των προθέσεων της.
.
.
Πώς να το κάνει όμως; Η αύξηση των βασικών επιτοκίων κατά μόλις 0,25% θα απαιτήσει έως 800 δις $ πιστωτικές εγγυήσεις (πηγή) – ένα τεράστιο ποσόν, το οποίο θα ήταν αρκετό για να «δολοφονηθεί» ολόκληρο το σύστημα, κάτι που φυσικά δεν μπορεί να θέλει κανείς.
Για να το κατανοήσουμε, οφείλουμε να γνωρίζουμε πως όταν η Fed αυξάνει τα επιτόκια, αφαιρεί πιστωτικές εγγυήσεις από το σύστημα – οπότε θα πρέπει να βρεθούν άλλες, από κάπου αλλού. Αυτό το «κάπου αλλού» θα ήταν η ΕΚΤ, η οποία ακριβώς για το συγκεκριμένο λόγο υιοθέτησε την ποσοτική διευκόλυνση (QE). Εν τούτοις, η Γερμανία αντέδρασε την προηγούμενη εβδομάδα, εμποδίζοντας την ΕΚΤ να αυξήσει παραπάνω το QE (πηγή) – οπότε η Fed έμεινε ακάλυπτη.
Ο διοικητής της ΕΚΤ προσπάθησε αργότερα να το αλλάξει, χωρίς όμως να έχει τη δυνατότητα να το κάνει – πιθανότατα επειδή το πρόβλημα έχει σχέση με την ύπαρξη ή μη πιστωτικών εγγυήσεων. Με απλά λόγια, η ΕΚΤ φαίνεται πως έχει φτάσει στα όρια της, όπως προηγουμένως η Fed και η Τράπεζα της Ιαπωνίας – στο ότι δηλαδή δεν υπάρχουν αρκετές πιστωτικές εγγυήσεις, οι οποίες να μην είναι επιβαρυμένες.
Ακόμη πιο απλά θα μπορούσε να το διατυπώσει κανείς ως εξής: «Δεν υπάρχουν αρκετά ανοιχτά χρέη, αφού έχουν εκχωρηθεί τα περισσότερα στις κεντρικές τράπεζες». Ακούγεται βέβαια τρελό, επειδή το μεγάλο πρόβλημα του πλανήτη είναι τα τεράστια χρέη που έχουν συσσωρευτεί. Εν τούτοις δεν υπάρχουν αρκετά, τα οποία να αιτιολογούν την υιοθέτηση ακόμη περισσότερων ποσοτικών διευκολύνσεων!
Αυτό που συνέβη λοιπόν την προπερασμένη Πέμπτη, ήταν μία δοκιμαστική αντιπαράθεση της Fed με την κεντρική τράπεζα της Γερμανίας – όπου οι αμερικανοί σαφώς ηττήθηκαν, παρά το ότι την αμέσως επόμενη ημέρα αυξήθηκαν ξανά οι δείκτες των χρηματιστηρίων.
Ο διοικητής της ΕΚΤ άλλωστε μπορεί να λέει ότι θέλει, αλλά δεν έχει τη δυνατότητα με τα λόγια του να εξασφαλίσει τις απαιτούμενες πιστωτικές εγγυήσεις για την αύξηση των επιτοκίων εκ μέρους της ΕΚΤ. Η Κομισιόν, η οποία κατευθύνεται από τους Γερμανούς, δεν πρόκειται να αυξήσει το QE – οπότε ο Ιταλός είναι εξουδετερωμένος. Πόσο μάλλον όταν φαίνεται πως έχει επιτρέψει κρυφά στις κεντρικές τράπεζες της Ιταλίας και της Γαλλίας να τυπώνουν μόνες τους χρήματα – της τάξης των 500 δις € (άρθρο).
Τι θα συμβεί λοιπόν εάν η Fed αυξήσει την Τετάρτη τα επιτόκια, χωρίς να στηριχθεί από την ΕΚΤ; Απλούστατα, οι αγορές θα καταρρεύσουν – αφού θα είχε ως αποτέλεσμα την αφαίρεση της ρευστότητας από ένα σύστημα που υποφέρει ήδη από ελλειμματική ρευστότητα. Για μία «κλήση περιθωρίου» κατά κάποιον τρόπο (margin call), σε επενδυτές που δεν έχουν άλλα χρήματα – οπότε θα χρεοκοπούσαν.
Όταν λοιπόν προσπαθεί κανείς να επιλύσει το πρόβλημα της πιθανής αθέτησης πληρωμών λόγω υπερχρέωσης, με τη συνεχή αύξηση της ρευστότητας, τότε δημιουργεί ένα ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα – ενώ, όταν έχει εξαντληθεί η ρευστότητα, επειδή λείπουν τα εργαλεία στην κεντρική τράπεζα (όπως οι πιστωτικές εγγυήσεις στην περίπτωση της Fed), τότε το σύστημα καταρρέει.
Στα πλαίσια αυτά, η Fed οδηγήθηκε μόνη της σε αδιέξοδο – αφού εάν δεν αυξήσει τα επιτόκια θα χάσει την αξιοπιστία της ενώ, εάν τα αυξήσει, θα καταρρεύσουν οι χρηματαγορές σε χρόνο μηδέν. Ακόμη και η BIS πάντως προειδοποίησε τη Fed να μην τα αυξήσει, πόσο μάλλον εάν δεν στηριχθεί από την ΕΚΤ – γεγονός που σημαίνει πως η αμερικανική κεντρική τράπεζα κινδυνεύει να προκαλέσει μία νομισματική καταιγίδα τεραστίων διαστάσεων σε ένα σύστημα, στο οποίο το δολάριο έχει τον κεντρικό ρόλο (πηγή).
Επειδή όμως η οικονομία ολόκληρης της υπερδύναμης κρέμεται κυριολεκτικά από το δολάριο και τη θέση του ως το μεγαλύτερο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, ενώ παράλληλα ο Ρώσος πρόεδρος αποκάλυψε όλα τα αδύναμα σημεία της γεωπολιτικής στρατηγικής της, θα πρέπει να κάνει κάτι πολύ σύντομα, να συνθηκολογήσει ή οτιδήποτε άλλο, έτσι ώστε να παραμείνει κρυφή η πραγματικότητα ή να αποσπασθεί η προσοχή του πλανήτη σε κάτι άλλο – διαφορετικά το χρηματοπιστωτικό σύστημα θα καταρρεύσει παταγωδώς, θάβοντας στα ερείπια του πρώτα την ίδια.
Φυσικά οι ανταγωνιστές της, ιδίως η Γερμανία, θα προσπαθήσουν να εκμεταλλευθούν στο έπακρο το λάθος της ανακοίνωσης της αύξησης των βασικών επιτοκίων, καθώς επίσης τις υπόλοιπες αδυναμίες της – όπως, για παράδειγμα, να επιδιωχθεί η αποχώρηση του ΔΝΤ από την Ευρώπη, οι συμβιβασμοί της στη Μέση Ανατολή ή κάτι άλλο που δεν μπορούμε να φαντασθούμε (Βιβλ. B. Holter).