Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

ΣΧΟΛΑΣΕ ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΚΑΙ Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΕΞΕΤΕΛΕΣΘΗ...




Τα «μάζεψαν» οι αγρότες από το Σύνταγμα. Η παράσταση έλαβε τέλος. Η πολιτική ζωοπανήγυρις του κ. Μπούτα με παράτες και γραφικότητες, που ανέλαβε να οργανώσει το ΚΚΕ, κέρδισε τις επιδοκιμασίες όλων των μέσων μαζικής εξημέρωσης. Κι έτσι mission accomplished, όπως ίσως να είπαν και τα μεγάλα αφεντικά στο παρασκήνιο.

Τι ακριβώς παίχτηκε; Εδώ και πάνω από μια εβδομάδα οι ηγεσίες της ΝΔ, του ΚΚΕ και της κυβέρνησης έψαχναν ένα τρόπο να «ξεφουσκώσουν» τα μπλόκα. Να μην επιτρέψουν την κλιμάκωση των αγροτικών κινητοποιήσεων. Όλοι τους έτρεμαν τη στιγμή που τα χωριά θα αποφάσιζαν να κατέβουν και τότε, ποιός θα μπορούσε να ελέγξει την αγροτιά;

Άλλωστε τα περισσότερα μπλόκα στήθηκαν από τους γνωστούς αγροτοσυνδικαλιστές της ΝΔ και του ΚΚΕ, για τα μάτια του κόσμου, όχι για να κινητοποιηθούν οι αγρότες, αλλά για να μην κινητοποιηθούν. Για να μην υπάρξουν ανεξάρτητα συντονιστικά που θα ένωναν τον αγροτόκοσμο στη βάση αιτημάτων εναντίον του καθεστώτος κατοχής, εναντίον του ξεκληρίσματος των αγροτών.

Έτσι εξαρχής οι αγροτοσυνδικαλιστές της ΝΔ και του ΚΚΕ έδωσαν μάχη να μην υπάρξει κανενός είδους ενότητα των αγροτών. Έφτιαξε ο καθένας το ταμπούρι του στο μπλόκο που έλεγχε κομματικά και δεν επέτρεψε να σμίξει ο αγροτόκοσμος κάτω από κοινά αιτήματα, σε μια ενιαία κοινή κινητοποίηση. Και φυσικά με κανένα τρόπο δεν ήθελαν να διατυπωθούν αιτήματα πέρα από την απόσυρση του λεγόμενου αντιασφαλιστικού νομοσχεδίου.

«Άσε ρε φίλε, δεν θέλω να χάσω τις επιδοτήσεις...,» σου έλεγαν οι γνωστοί αγροτοπατέρες της ΝΔ και της ΧΑ, όταν τους έλεγες ότι το πρόβλημα είναι πατριωτικό, ότι η κυβέρνηση έχει εκχωρήσει ακόμη και το δικαίωμα να αποφασίζει. Άλλωστε, το είδος τους έκανε τρελή περιουσία από τις επιδοτήσεις και τη διασπάθισή τους. Όχι στο χωράφι. Εκεί το πολύ-πολύ να δουλεύουν τα δουλικά τους, οι μετανάστες. Την περιουσία την έφτιαξαν με το φραπέ στο χέρι και με τα γνωστά κονέ της εκάστοτε ληστοσυμμορίας που έλεγχε ευρωπαϊκά κονδύλια και δημόσιο ταμείο.

«Το ζήτημα είναι ταξικό...,» σου έλεγε ο αγροτοσυνδικαλιστής του ΚΚΕ, όταν τύχαινε να μιλήσεις στον νταϊφά του για πατρίδα και εθνική απελευθέρωση από δανειστές και ΕΕ. Κι όσο ο απλός αγρότης αντιλαμβανόταν τις απλές αλήθειες, τόσο η ψώρα της επαναστατικής λογοκοπίας, έδινε κι έπαιρνε.

Όμως, όσο τα μπλόκα επέμεναν, τόσο κινδύνευαν όλοι αυτοί να βρεθούν αντιμέτωποι με μάζες. Κι όταν κατεβαίνουν μάζες, όσο ικανός απατεώνας κι αν είσαι, είναι δύσκολο να τις ελέγξεις.

Ποιός θα αναλάμβανε να «ξεφουσκώσει» τα τρακτέρ των αγροτών; Ο ειδικός. Ποιός άλλος ειδικότερος από τον κ. Μπούτα. Κι έτσι ανέλαβε την αποστολή. Επί μέρες αυτή την εβδομάδα διαπραγματευόταν με την κυβέρνηση το «στήσιμο» της φιέστας στο Σύνταγμα.

Ο κ. Καμίνης συμφώνησε να παραδώσει την ηχητική του Συντάγματος στους εγκάθετους του κ. Μπούτα και η κυβέρνηση επέτρεψε να φέρει ο μέγας αυτός νεκροθάφτης των αγροτικών κινητοποιήσεων από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90, περί τα 20 τρακτέρ. Το σκηνικό ήταν πια έτοιμο.

Τα ΜΜΕ έπαιξαν το ρόλο τους. Μετέτρεψαν σε φορκλόρ τους Κρητικούς με τις μαγκούρες και τα σαρίκια. Πήραν αυτούς τους απλούς ανθρώπους και τους γελοιοποίησαν όσο δεν έπαιρνε. Την ανάγκη τους και την αδυναμία τους να θρέψουν τη φαμελιά τους, την ξεφτίλισαν.

Τα δελτία ειδήσεων μιλούσαν για τη μεγαλύτερη συγκέντρωση των τελευταίων χρόνων. Μέγα ψέμα. Η συγκέντρωση ήταν μικρότερη από εκείνη της απεργίας στις 4 Φεβρουαρίου. Ήταν ανάξια του προβλήματος, αλλά και των κινητοποιήσεων της τελευταίας περιόδου. Όμως, αυτό είχε συμφωνηθεί. Να ευλογήσουν τα γένια του παπά Γκαμπόν της αγροτιάς, του κ. Μπούτα και του κόμματός του.

Κι ενώ τα τρακτέρ του Μπούτα πήραν άδεια παρέλασης στο Σύνταγμα, ο αγροτόκοσμος της Πελοπονήσου που ερχόταν με αγροτικά και πούλμαν αντιμετώπισε τους πραιτωριανούς. Επί ώρες ανάξιοι της στολής και του εθνόσημου – γνήσιοι απόγονοι των μπουραντάδων της ναζιστικής κατοχής – είχαν φράξει με εντολή της κυβέρνησης το δρόμο στους αγρότες στο ύψος Χαϊδαρίου.

Ξύλο και χημικά άνευ προηγουμένου. Γιατί; Για να διαλυθούν οι αγρότες. Βλέπετε, αυτοί δεν ήταν μέσα στη συμφωνία του ΚΚΕ με την κυβέρνηση και η τελευταία φοβήθηκε από τον όγκο και τον παλμό τους.

Με βάση ποιό νόμο τους σταμάτησαν; Με κανένα νόμο. Δεν είχαν κανένα δικαίωμα. Νόμος είναι η θέληση του δοτού υπουργού. Μάλιστα, στο αίτημα των εγκλωβισμένων προς τους βαθμοφόρους των μπουραντάδων να έρθει εισαγγελέας επί τόπου, εισέπραξαν την απάντηση, «αποκλείεται!» Η νομιμότητα στο απόγειό της.

Οι νέοι μπουραντάδες απαίτησαν από τους αγρότες να αφήσουν επί τόπου τα αγροτικά τους αυτοκίνητα και να συνεχίσουν με τα πόδια, ή με τα πούλμαν προς το Σύνταγμα. Την ίδια ώρα που τα τρακτέρ του Μπούτα έκαναν παρέλαση στο κέντρο της Αθήνας συνοδεία της αστυνομίας.

Όλα αυτά έκαναν πολύ κόσμο να μην κατέβει. Δεν τον αδικώ. Κι εμένα προσωπικά μου έφερε μια δυσάρεστη γεύση στο στόμα όλη αυτή η φιέστα. Όμως, εγώ και πολλοί άλλοι είχαμε κατέβει, πρώτα-πρώτα, για να τιμήσουμε εκείνον τον αγροτόκοσμο που αθώα ήρθε στην Αθήνα να διαδηλώσει γιατί δεν πάει άλλο. Κι ήταν αρκετός.

Μπορεί η μικροφωνική του Δήμου Αθηναίων να είχε δοθεί στα χέρια του ΚΚΕ, για να κόβει και να ράβει κατά πώς ήθελε, αλλά όταν ακούστηκε από τα μεγάφωνα ότι παρεβρισκόταν αντιπροσωπεία του συγκεκριμένου κόμματος με επικεφαλής τον ΓΓ Δημήτρη Κουτσούμπα, το αυθόρμητο γιούχα του κόσμου έδειξε ότι δεν μασάει κουτόχορτο. Ο Κουτσούμπας και οι δικοί του ήταν οι μόνοι που γιουχαρίστηκαν και μάλιστα έντονα.

Η αποστολή του παπά Γκαμπόν της αγροτιάς και του κόμματός του, ήταν να «ξεφουσκώσει» τα λάστιχα από τα τρακτέρ. Για μια ακόμη φορά. Χάρις στη φιέστα που έστησε με την αμέριστη συνεργασία της κυβέρνησης, πέρασε στα ψιλά η παράδοση του Αιγαίου στο ΝΑΤΟ. Κι αφού το κατάφερε, σφύριξε λήξη στη φιέστα του Συντάγματος. Finito la musica passato la fiesta.

Τώρα θα αρχίσει η δεύτερη φάση. «Δεν μπορεί να γίνει τίποτε, γιατί αυτός είναι ο καπιταλισμός...» Κάθισε και ψόφα εσύ αγρότη, εσύ επαγγελματία, εσύ εργάτη, εσύ μικρομεσαίε, γιατί μέχρι να έρθει η Δευτέρα Παρουσία με τα ατζέμ πιλάφ, που υπόσχεται ο Περισσός, πρέπει να εθιστείς στην ήττα. Και μάλιστα σε τέτοιον βαθμό ώστε να μην μπορείς να σηκώσεις κεφάλι, ό,τι κι αν γίνει.

Ίσως, όμως, και να είναι ο μόνος τρόπος για να καθαρθεί ο αγρότης, ο εργάτης, ο επαγγελματίας, ο μικρομεσαίος από όλους αυτούς που τον καπηλεύονται και τον ξεπουλάνε δεκαετίες τώρα. Άλλοι από τη συμπολίτευση κι άλλοι από την αντιπολίτευση.

Ίσως είναι ο μόνος τρόπος για να πεισθούμε επιτέλους όλοι μας ότι δεν έχουμε άλλη επιλογή, είτε δεχόμαστε ότι δεν γίνεται τίποτε κι έτσι κάνουμε χαρακίρι, είτε βρίσκουμε τη δύναμη να συσπειρωθούμε όλοι μαζί – πέρα από τεχνητούς διαχωρισμούς δεξιάς και αριστεράς – για να επιβάλουμε το κοινό μας συμφέρον. Να κερδίσουμε την πατρίδα μας και να προκόψουμε σ’ αυτήν. Πόσο δύσκολο είναι να το καταλάβουμε μετά από τόσα παθήματά μας;

Πάντως, όσο και να το θέλουν όλοι της κατοχικής βουλής, το παιχνίδι δεν έχει τελειώσει. Μόλις τώρα αρχίζει. Η κοινωνική οργή αυτή την φορά δεν μπορεί να φιμωθεί, δεν μπορεί να αποπροσανατολιστεί, ούτε να εκτονωθεί. Ούτε καν από το τυριμοκωμείο του Περισσού. Το καζάνι βράζει και σύντομα θα βρεθούν όλοι τους προ μεγάλης εκπλήξεως.