Μεγάλες Βρετανικές τράπεζες φέρεται να έχουν βοηθήσει τους πλούσιους και ισχυρούς να κάνουν τον πλούτο τους απρόσιτο στους εφοριακούς για δεκαετίες, σύμφωνα με τις εκρηκτικές αποκαλύψεις στα έγγραφα του Παναμά.
Μερικές από τις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου έχουν εμπλακεί στη μεγαλύτερη διαρροή στοιχείων στην ιστορία, τη Δευτέρα, συμπεριλαμβανομένης της HSBC στη Βρετανία, της Coutts, και της Rothschild, και οι ελβετικές τράπεζες UBS και Credit Suisse.
Βουλευτές και ακτιβιστές επιτέθηκαν στους τραπεζίτες για τη διευκόλυνση της χρήσης σχεδόν αόρατων υπεράκτιων εταιρειών που χρησιμοποιούνται από εγκληματίες, τρομοκράτες, διασημότητες και πολιτικούς για να κρύψουν τα χρήματά τους.
Φοροτεχνικοί έχουν ζητήσει νέα νομοθεσία για την πάταξη της φοροδιαφυγής υπό το φως των αποκαλύψεων.
Σύμφωνα με τη διαρροή, η HSBC και θυγατρικές εταιρείες ζήτησαν από την δικηγορική εταιρία Mossack Fonseca που έχει βάση τον Παναμά, να δημιουργήσει περισσότερες από 2.300 εταιρείες κελύφη από το 1970.
Η ιδιωτική τράπεζα με έδρα το Λονδίνο Coutts – που μετράει την Βασίλισσα Ελισάβετ ΙΙ μεταξύ των πελατών της – ζήτησε από το δικηγορικό γραφείο να δημιουργήσει περίπου 500 εικονικές εταιρείες μέσω του υποκαταστήματός της Jersey, ενώ η Rothschild ζήτησε 378 μέσω της Γκέρνσεϊ.
Οι εταιρείες κέλυφος στήθηκαν στον Παναμά, τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους και άλλους φορολογικούς παραδείσους.
Τα αρχεία που διέρρευσαν φέρεται να δείχνουν πώς τράπεζες και δικηγορικά γραφεία απέτυχαν σε πολλές περιπτώσεις να ακολουθήσουν νομικές απαιτήσεις για να ελέγξουν ότι οι πελάτες τους δεν παρακάμπτουν τον φόρο ή δεν εμπλέκονται σε υποθέσεις διαφθοράς ή εγκληματικές επιχειρήσεις.
“Οι άνθρωποι φυσικά ανησυχούν πολύ ότι υπάρχουν άτομα και οργανώσεις που δεν πληρώνουν φόρο, όταν θα πρέπει. Αν αυτό το πράγμα διευκολύνει τη φοροδιαφυγή, τότε αυτό είναι κάτι που πρέπει οπωσδήποτε να πατάξουμε”, δήλωσε ο Βρετανός βουλευτής Mark Garnier στους Financial Times.
Ο βουλευτής των Εργατικών Τζον Μαν, μέλος της επιτροπής Οικονομικών, ζήτησε αποδείξεις που πρέπει να παραδοθούν στο Γραφείο Σοβαρής Απάτης (SFO).
“Θα πρέπει να υπάρχει διαφάνεια, είναι ζωτικής σημασίας μετά την οικονομική κρίση. Πρέπει να υπάρχει κάποια ευθύνη που λαμβάνεται από ανώτερους διευθυντές τραπεζών – τα κορυφαία στελέχη – εάν εγκληματικότητα έχει αποδειχθεί ότι συνέβη και έκαναν τα στραβά μάτια σε αυτό”.
Η δημόσια κατακραυγή στις αποκαλύψεις είναι τρομερή, καθώς οι χρήστες των κοινωνικών μέσων μαζικής ενημέρωσης στο Twitter έσπευσαν να καταδικάσουν τις τράπεζες για το ρόλο τους στην φερόμενη φοροδιαφυγή.