Πέμπτη 12 Φεβρουαρίου 2015

FINANCIAL TIMES: ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ ΚΑΙ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ ΔΕΧΤΗΚΑΝ ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΗΣ ΠΑΡΑΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ





Σειρά κρίσιμων ερωτημάτων στα οποία καλούνται να δώσουν απάντηση οι κυβερνητικοί παράγοντες στην Αθήνα, εγείρονται μετά από την αποκάλυψη ότι στο Eurogroup, που ολοκληρώθηκε αργά χθες τη νύχτα στις Βρυξέλλες, η Ελλάδα και οι Ευρωπαίοι εταίροι της είχαν φτάσει σε συμφωνία, προτού ένα τελευταίο τηλεφώνημα του Γιάνη Βαρουφάκη στην Αθήνα, τίναξε τα πάντα στον αέρα…

Σύμφωνα με αποκαλυπτικό δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times και του Πίτερ Σπίγκελ, όλες οι πλευρές είχαν καταλήξει σε συμφωνία και μάλιστα ο Γιάννης Δραγασάκης την είχε υπογράψει, όταν ο Γιάνης Βαρουφάκης έκανε ένα τελευταίο τηλέφωνο στην Αθήνα (σ.σ.: ή μήπως στις Βρυξέλλες) για να ενημερώσει για τα συμφωνηθέντα. Το πρώτο ερώτημα είναι εάν υπάρχει πιθανότητα στην άλλη πλευρά της γραμμής να υπήρχε άλλος από τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα… Αποκλείεται.

Μετά το τηλεφώνημα αυτό όλα άλλαξαν και προέκυψε ελληνικό βέτο, παρότι όπως αναφέρει ο έμπειρος συντάκτης, με τις διατυπώσεις που είχαν επιλεγεί, όλοι έπαιρναν από κάτι. Η ουσία είναι ότι συμφωνία δεν υπάρχει, μόνο που οι Financial Times κατάφεραν και «έβαλαν στο χέρι» το κείμενο της συμφωνίας που δεν προχώρησε, δίνοντας σε όλους μας την ευκαιρία να αξιολογήσουμε τι ήταν αυτό που απορρίφθηκε την τελευταία στιγμή από την ελληνική κυβέρνηση.

Σε μια πρώτη ταχεία προσέγγιση του ζητήματος από την ιστοσελίδα μας (www.mignatiou.com) και υπό την προϋπόθεση ότι το κείμενο που παρουσιάζουν οι Financial Times ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα (και γι’ αυτό θα πρέπει να απαντήσει η ελληνική κυβέρνηση), το σημείο που αναφέρει «the Greek authorities reiterated their unequivocal commitment to the financial obligations to all their creditors» (οι ελληνικές αρχές επανέλαβαν την κατηγορηματική δέσμευσή τους στις οικονομικές υποχρεώσεις προς όλους τους πιστωτές τους), θα μπορούσε… διασταλτικά να θεωρηθεί «προβληματικό».

Κι αυτό διότι εμφανίζει την ελληνική πλευρά να εγκαταλείπει τη ρητορική του «κουρέματος χρέους», αν και το «ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος», θεωρείται παγκοσμίως ικανό να ανατρέψει και την ισχυρότερη φραστική ή έγγραφη δέσμευση. Σε πολιτικό επίπεδο τουλάχιστον, το οποίο, κατά δήλωση, θεωρεί κατάλληλο και η κυβέρνηση για τη διεξαγωγή της διαπραγμάτευσης, σε αντίθεση με το τεχνοκρατικό.

Παράλληλα, το κείμενο έκανε λόγο τόσο για διερεύνηση του ενδεχομένου επέκτασης του τρέχοντος προγράμματος (ζήσε Μάη μου…), ενώ κάνει με σαφήνεια λόγο και για το ενδεχόμενο νέων συμβατικών ρυθμίσεων! Και το μέγα ερώτημα είναι το ακόλουθο: Τι είναι αυτό που δεν άφησε την κυβέρνηση να το αποδεχθεί, με την αντιπροσωπεία να επιστρέφει θριαμβεύτρια στην …Αθήνα, έχοντας καταγάγει μια πρώτη νίκη;

Δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν: Είτε επικράτησαν μικροπολιτικοί υπολογισμοί, είτε… προβληματική εφαρμογή της «θεωρίας παιγνίων» (αφού δίνει έμφαση στη συνεργασία και τη μεγιστοποίηση του αμοιβαίου οφέλους), σε μια τελευταία απέλπιδα προσπάθεια να βελτιώσουμε περαιτέρω τη θέση μας, με αποτέλεσμα να φάμε τα μούτρα μας. Τόσο απλά. Εξηγούμαστε:

Στο πρώτο ενδεχόμενο, θα μπορούσε κάποιος εν Αθήναις να επιθυμεί πάση θυσία να τα σπάσουμε με το Eurogroup, ώστε να ενισχύσει περισσότερο τα «αντιστασιακά διαπιστευτήρια» της κυβέρνησης. Σε αυτή την περίπτωση, αυτό που επετεύχθη, είναι το να εκτεθεί ανεπανόρθωτα ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης, που είχε βάλει φαρδιά-πλατιά την υπογραφή του στο κείμενο της συμφωνίας και δευτερευόντως ο Γιάνης Βαρουφάκης.

Ασφαλώς και ο υπουργός Οικονομικών, αφού κι αυτός δεν ήγειρε εγκαίρως κάποια ένσταση, εξ ου και η αποχώρηση μέχρι και του «σκληρού» Σόιμπλε, η στάση του οποίου απέναντι στον Βαρουφάκη, σε προσωπικό επίπεδο, φαινόταν σημαντικά βελτιωμένη συγκριτικά με το ραντεβού του Βερολίνου.

Εάν αυτό ισχύει, τότε, δυστυχώς, έχει γίνει ζημιά και για τον Βαρουφάκη και για τα ελληνικά συμφέροντα, αφού αν θεωρηθεί ότι έγινε «γκέλα», οποιαδήποτε πεποίθηση άρχιζε να σχηματίζεται στο μυαλό του Σόιμπλε, ότι ίσως στο πρόσωπο του Έλληνα υπουργού να βρήκε έναν άνθρωπο κατηρτισμένο, ο οποίος παρότι εκπρόσωπος μιας χώρας που τον απεχθάνεται (τον Σόιμπλε…), εκφράζεται ενθουσιωδώς και ευθαρσώς υπέρ του, άρα πιθανώς και να μπορεί να συνεννοηθεί, «πήγε περίπατο».

Η δεύτερη πιθανότητα, ίσως να αφορά την πεποίθηση, ότι ενώπιον του ενδεχομένου να γίνει το Eurogroup «ρεζίλι», εάν γινόταν μια τελευταία απόπειρα να βελτιωθούν οριακά οι διατυπώσεις, θα ευοδωνόταν. Αυτό θα έμοιαζε πολύ με… «θεωρία». Όπως όμως αποδείχθηκε στην πράξη, εάν κάποιος εξέτασε και πέρασε στην πράξη με αυτή την πιθανότητα, έπαιξε κι έχασε, όχι αυτός προσωπικά, αλλά η χώρα μας.

Δεδομένων των εξελίξεων, δεν μπορεί παρά να μπει κανείς στον πειρασμό και να θυμηθεί αυτό το περίφημο «ποστάρισμα» στο Twitter του υπουργού Επικρατείας, Νίκου Παπά, ότι γελάει με όσους περιμένουν «κωλοτούμπα», ενώ μας προέτρεπε όλους να κάνουμε λίγο υπομονή.

«In retrospect» (εκ των υστέρων) που θα έλεγε και ο Γιάνης Βαρουφάκης, τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό το «κάντε υπομονή»; Το ένα ενδεχόμενο είναι το προφανές, ότι αν δεν πάρουμε όσα ζητάμε, απλά δεν υπήρχε περίπτωση να υποχωρήσουμε. Το δεύτερο όμως είναι πιο ανησυχητικό. Θα μπορούσε να σημαίνει, ότι «έχουμε αποφασίσει να μη φτάσουμε σε καμία συμφωνία σήμερα». Διαλέγουμε και παίρνουμε, έως ότου μας πει την εκδοχή της η κυβέρνηση Τσίπρα.

Εάν όμως αυτό ισχύει, τότε το τηλεφώνημα Βαρουφάκη στην Αθήνα ήταν σικέ. Αν δεν ήταν, οφείλει ο υπουργός Οικονομικών να πάρει αποστάσεις και με την ειλικρίνεια που τον διακρίνει να διαχωρίσει τη θέση του, ή έστω να πει ότι δεν ήταν και καταστροφικός ο συμβιβασμός. Εξάλλου ο ίδιος είχε αναφέρει πρόσφατα στις δηλώσεις του, ότι οι Ευρωπαίοι έτσι δουλεύουν. Με συζήτηση, διαπραγμάτευση και συμβιβασμούς…

Ασφαλώς, κάποιος άλλος θα ρωτούσε γιατί πριν μπει η υπογραφή Δραγασάκη, η ελληνική πλευρά δεν ζήτησε ένα πεντάλεπτο διάλλειμα, να μιλήσουν με την Αθήνα και να λάβουν το τελικό ΟΚ. Ακόμα κι αν υπήρχε απόρριψη, η μεθόδευση θα ήταν πολύ περισσότερο ευγενής και δόκιμη από διπλωματικής πλευράς. Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται να υπάρχουν κενά και μάλιστα σοβαρά, τα οποία μόνο η ελληνική κυβέρνηση μπορεί – και οφείλει να το πράξει – να τα καλύψει και να διευκρινίσει τα πραγματικά περιστατικά.


Ας δούμε τώρα μεταφρασμένο το κείμενο του δημοσιεύματος του Πίτερ Σπίγκελ των Financial Times:

Η κατάρρευση των συνομιλιών την Τετάρτη το βράδυ ανάμεσα στην Ελλάδα και τους άλλους 18 υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης που συνέβη κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, όταν πολλοί από τους συμμετέχοντες στη συνεδρίαση του Eurogroup – συμπεριλαμβανομένου του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, του ισχυρού Γερμανού υπουργού Οικονομικών – δεν ήξερε καν ότι είχε συμβεί, αφού είχαν ήδη εγκαταλείψει το κτίριο.

Σύμφωνα με αρκετούς αξιωματούχους που εμπλέκονται στις συνομιλίες, ο υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας, Γιάννης Βαρουφάκης, είχε συμφωνήσει σε μια κοινή δήλωση με τους συναδέλφους του, μια δήλωση που είχε ακόμη υπογραφτεί από τον αναπληρωτή πρωθυπουργό της Ελλάδας, Γιάννη Δραγασάκη, ο οποίος ήταν επίσης στις Βρυξέλλες για τη συνάντηση.

Μόλις εγκρίθηκε, η συνεδρίαση του Eurogroup διαλύθηκε και ο Σόιμπλε με αρκετούς από τους συναδέλφους του, αποχώρησαν. Αλλά αξιωματούχοι ανέφεραν, ότι ο Βαρουφάκης έκανε μια τελευταία κλήση πίσω στην Αθήνα για να ενημερώσει για το τι είχε μόλις συμφωνηθεί – και κυβερνητικοί αξιωματούχους απέρριψαν την ανακοίνωση.

Εμείς πήραμε στα χέρια μας τη δήλωση από τη Financial Times, και την παραθέτουμε στη συνέχεια. Από πολλές απόψεις, έχει κάτι για τον καθένα. Για τους αξιωματούχους της ευρωζώνης, οι οποίοι πίεζαν σκληρά την Αθήνα να ζητήσει παράταση του τρέχοντος πακέτου διάσωσης ύψους 172 δισεκατομμυρίων ευρώ, η οποία λήγει στο τέλος του μήνα, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο «να διερευνήσει τις δυνατότητες επέκτασης » του προγράμματος.

Για τον Βαρουφάκη, υπάρχει ακόμη και η λέξη «γέφυρα» που αναφέρεται στην τελευταία παράγραφο – αν και όχι με την έννοια που ο Έλληνας υπουργός πιθανώς να ήθελε, η οποία είναι ως μέρος μιας συμφωνίας-γέφυρας χρηματοδότησης (bridge financing deal).

Αλλά η κοινή δήλωση δεν έμελλε να προκύψει. Παρέμεινε ακόμη ένα τεχνούργημα (artifact) του μακροχρόνιου ελληνικού δράματος:

«Σήμερα το Eurogroup προέβη σε απολογισμό της τρέχουσας κατάστασης στην Ελλάδα και την κατάσταση του τρέχοντος προγράμματος προσαρμογής . Στο πλαίσιο αυτό, το Eurogroup ενεπλάκη σε εντατικό διάλογο με τις νέες ελληνικές αρχές.

Οι ελληνικές αρχές εξέφρασαν τη δέσμευσή τους σε μια ευρύτερη και ισχυρότερη διαδικασία μεταρρυθμίσεων με στόχο τη διαρκή βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης. Ταυτόχρονα, οι ελληνικές αρχές επανέλαβαν την κατηγορηματική δέσμευσή τους στις οικονομικές υποχρεώσεις προς όλους τους πιστωτές τους.

Σε αυτή τη βάση, θα αρχίσουμε τώρα την τεχνική εργασία για την περαιτέρω αξιολόγηση των σχεδίων μεταρρύθμισης στην Ελλάδα. Οι ελληνικές αρχές συμφώνησαν να συνεργαστούν στενά και εποικοδομητικά με τα θεσμικά όργανα να διερευνήσουν τις δυνατότητες για την επέκταση και την επιτυχή ολοκλήρωση του παρόντος προγράμματος, λαμβάνοντας υπόψη τα σχέδια της νέας κυβέρνησης.

Αν αυτή είναι επιτυχής αυτό θα γεφυρώσει το χρονικό διάστημα για τις ελληνικές αρχές και το Eurogroup, ώστε να εργαστούν σε ενδεχόμενες νέες συμβατικές ρυθμίσεις. Εμείς θα συνεχίσουμε τις συζητήσεις μας στην επόμενη συνάντησή μας την Δευτέρα 16 Φεβρουαρίου”.

Πάντως, απαντώντας στο δημοσιογράφο της βρετανικής εφημερίδας, ο κ. Βαρουφάκης έγραψε στο Twitter: Might I suggest that you refrain from dubious claims based on even more dubious leaks? It’s rather unseemly. (“Να προτείνω να κρατάτε αποστάσεις από αμφισβητούμενες υποθέσεις, οι οποίες στηρίζονται σε ακόμη πιο αμφισβητούμενες διαρροές; Είναι μάλλον άστοχο”).

Ακολουθεί το αγγλικό κείμενο, όπως το δημοσίευσαν οι Financial Times:

Today the Eurogroup took stock of the current situation in Greece and the state of the current adjustment programme. In this context, the Eurogroup has engaged in an intensive dialogue with the new Greek authorities.

The Greek authorities have expressed their commitment to a broader and stronger reform process aimed at durably improving growth prospects. At the same time, the Greek authorities reiterated their unequivocal commitment to the financial obligations to all their creditors.

On this basis, we will now start technical work on the further assessment of Greece’s reform plans. The Greek authorities have agreed to work closely and constructively with the institutions to explore the possibilities for extending and successfully concluding the present programme taking into account the new government’s plans.

If this is successful this will bridge the time for the Greek authorities and the Eurogroup to work on possible new contractual arrangements. We will continue our discussions at our next meeting on Monday 16 February.