- Category: ΣΥΡΙΖΑ
- Written by Σταμάτης Καραγιαννόπουλος - Μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ
Διαβάστε μια συνοπτική ανάλυση για τις πολιτικές συνέπειες της συμφωνίας που υπέγραψε με τους δανειστές η νέα κυβέρνηση. Αυτό που θα επιβεβαιωθεί στις επόμενες λίγες βδομάδες είναι η θεμελιώδης πολιτική εκτίμηση των κομμουνιστών του ΣΥΡΙΖΑ, την οποία η ηγεσία και οι απολογητές της συνήθιζαν να χλευάζουν: καμία πραγματική βελτίωση στο βιοτικό επίπεδο των εργατικών μαζών δεν μπορεί να γίνει πραγματικότητα χωρίς τη εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου προγράμματος ανατροπής του καπιταλισμού και εγκαθίδρυσης μιας δημοκρατικά σχεδιασμένης οικονομίας.
Η συμφωνία που υπέγραψε η κυβέρνηση στο Eurogroup σηματοδοτεί μια ποιοτική αλλαγή στην πολιτική κατάσταση.
Η νέα κυβέρνηση, μια συγκυβέρνηση ενός εργατικού και ενός αστικού κόμματος, δεν κινείται πλέον προς τ’ αριστερά, όπως στα πρώτα βήματά της. Αποκαλύπτεται σαν μια κυβέρνηση που έχει βασικό της μέλημα, όχι τη σωτηρία των φτωχών και των ανέργων από την κρίση και τα Μνημόνια, αλλά τη διάσωση του ελληνικού καπιταλισμού από την άτακτη χρεοκοπία και την έξοδο από την Ευρωζώνη.
Η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ που αποτελεί το ισχυρό πολιτικό «κέντρο» αυτής της κυβέρνησης, με την υπογραφή της στη συμφωνία – χωρίς ίσως ένα μέρος της να το έχει ακόμα συνειδητοποιήσει - εγκατέλειψε και επίσημα το αριστερό ρεφορμιστικό της πρόγραμμα και αποδέχθηκε επ’ αόριστο την πολιτική προτεραιότητα της «δημοσιονομικής ισορροπίας», δηλαδή της λιτότητας για τις φτωχές εργατικές – λαϊκές μάζες στο βωμό της εξυπηρέτησης του γιγάντιου κρατικού χρέους.
Με αυτή την πολιτική πράξη, η ηγετική ομάδα αποκάλυψε για μια ακόμα φορά την πολιτική ουσία του αριστερού ρεφορμισμού. Οι αριστεροί ρεφορμιστές, εξαιτίας των αυταπατών τους για τον καπιταλισμό και της απουσίας εμπιστοσύνης στον ιστορικό ρόλο της εργατικής τάξης, είναι υπέρ των φιλεργατικών μεταρρυθμίσεων όσο αυτές μπορούν να γίνουν ανεκτές από τους καπιταλιστές. Όταν ιστορικά τους τίθεται το καθήκον της σύγκρουσης με την αστική τάξη για να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν τις μεταρρυθμίσεις, οι αριστεροί ρεφορμιστές επιλέγουν συνήθως τον συμβιβασμό. Έτσι από τον αριστερό ρεφορμισμό περνούν στον δεξιό ρεφορμισμό, δηλαδή στην πλήρη συνθηκολόγηση με την άρχουσα τάξη, υιοθετώντας μια πολιτική που δεν έχει παρά μόνο εξωτερικές, δευτερεύουσες διαφορές με την πολιτική των αστικών κομμάτων.
Γιατί η συμφωνία δεν ήταν «εκεχειρία»
Γιατί όμως πιο συγκεκριμένα, υποστηρίζουμε ότι η συμφωνία του Eurogroup συνιστά συνθηκολόγηση με την τρόικα και τα Μνημόνια και δεν αποτελεί μια απλή «εκεχειρία», όπως επίμονα διαβεβαιώνουν οι εκπρόσωποι της ηγετικής ομάδας;
Ο πρώτος λόγος είναι ότι με αυτή τη συμφωνία η κυβέρνηση αφήνει τη «θηλιά» του χρέους περασμένη για τα επόμενα πολλά χρόνια στο λαιμό του εργαζόμενου λαού. Με την υπογραφή της στη συμφωνία η ηγετική ομάδα εγκατέλειψε και επίσημα τον σκοπό της διαγραφής του μεγαλύτερου μέρους του χρέους. Ακόμα χειρότερα, τον σκοπό αυτό που η ηγετική ομάδα επίμονα υπερασπίζει εδώ και δυο χρόνια ενάντια σε όλους όσοι στον ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουμε την πλήρη, μονομερή διαγραφή του χρέους, η κυβέρνηση δεν τόλμησε καν να τον θέσει στη διαπραγμάτευσή της με τους δανειστές.
Υπογράφοντας τη συμφωνία επίσης, η ηγετική ομάδα αποδέχθηκε στην πράξη τα Μνημόνια και τη λιτότητα. Η παράταση που «έλαβε η χώρα», είναι ξεκάθαρο ότι αποτελεί παράταση του μνημονιακού προγράμματος και τα περί «παράτασης μόνο της δανειακής σύμβασης χωρίς τους μνημονιακούς όρους», η κυβέρνηση τα επικαλείται πλέον μόνο στο εσωτερικό για να καθησυχάσει τους εργαζόμενους, ενώ στις τοποθετήσεις της στο εξωτερικό δεν τολμά να κάνει το ίδιο. Επιπρόσθετα, η παράταση της πολιτικής των Μνημονίων δεν ισχύει μόνο για 4 μήνες. Η συμφωνία κάνει λόγο για την προοπτική μιας νέας συμφωνίας χρηματοδότησης τον Ιούνιο, δηλαδή ενός νέου Μνημονίου. Και ποιος αλήθεια μπορεί να πιστέψει ότι είναι δυνατό να δοθούν νέα δάνεια στην Ελλάδα χωρίς νέες δεσμεύσεις και σκληρούς όρους;
Η συμφωνία όμως, συνιστά και αποδοχή συγκεκριμένα της πολιτικής της λιτότητας. Όταν μια νέα κυβέρνηση αποδέχεται ότι πρέπει να εφαρμόσει φέτος τον προϋπολογισμό που είχε ψηφίσει η κυβέρνηση Σαμαρά, δεσμεύεται να εφαρμόσει την ίδια πολιτική, δηλαδή λιτότητα. Επιπρόσθετα, όταν αυτή η κυβέρνηση αποδέχεται ότι στις παρούσες συνθήκες ύφεσης και πτώσης των φορολογικών εσόδων πρέπει να δημιουργήσει «πρωτογενή πλεονάσματα» αποδέχεται ότι σύντομα θα πρέπει να λάβει πρόσθετα μέτρα λιτότητας. Οπότε η συμφωνία δεν συνιστά μόνο αποδοχή της υφιστάμενης λιτότητας, αλλά και δέσμευση για την λήψη νέων ανάλογων μέτρων. Όλα αυτά δεν είναι καθόλου ασαφή μέσα στη συμφωνία, όπως υποστηρίζει ο υπουργός Οικονομικών. Είναι σαφέστατα και αντανακλούν ξεκάθαρα την πορεία υποταγής στην τρόικα και στο κεφάλαιο που έχει χαράξει η κυβέρνηση.
Μια τρίτη απόδειξη ότι η συμφωνία που υπέγραψε η κυβέρνηση δεν αποτελεί «εκεχειρία», είναι το γεγονός ότι εμπεριέχει την αποδοχή της κηδεμονίας από τους πιστωτές. Παρά την υποτιμητική για τη νοημοσύνη των ψηφοφόρων και υποστηρικτών του ΣΥΡΙΖΑ μετονομασία της τρόικας σε «θεσμούς», η κυβέρνηση δέχθηκε στην πράξη την ταπεινωτική διαδικασία να υποβάλει στο εξής προς έγκριση στους δανειστές όλα τα σοβαρά μέτρα που προτίθεται να λάβει.
Η τέταρτη τέλος, σαφής απόδειξη ότι δεν έχουμε να κάνουμε με «εκεχειρία» είναι οι ίδιες οι υποχωρήσεις της κυβέρνησης σε μια σειρά βασικά ζητήματα, που ρητά κατοχυρώνονται στο κείμενο της συμφωνίας. Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση αποδέχθηκε να αναβάλει επ’ αόριστο την πλήρη αποκατάσταση του δικαιώματος στη σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας (η συμφωνία μιλά για «έξυπνους τρόπους» με βάση νεοφιλελεύθερες νόρμες του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας), αλλά και την επαναφορά του κατώτερου μισθού στα προ Μνημονίων επίπεδα. Δεσμεύθηκε να αφήσει άθικτες τις συμβάσεις ιδιωτικοποιήσεων που έχουν υπογραφεί από τις μνημονιακές κυβερνήσεις και ακόμα χειρότερα, να συνεχίσει τις ιδιωτικοποιήσεις. Εγκατέλειψε κάθε σχέδιο για επιβολή κρατικού ελέγχου στο τραπεζικό σύστημα, που με βάση τη συμφωνία θα πρέπει να λειτουργεί εντός των κανόνων της «ελεύθερης αγοράς». Αποδέχθηκε περαιτέρω περικοπές στις δαπάνες για την κοινωνική πολιτική, καθώς και τη διατήρηση των αντιδραστικών, αντεργατικών αλλαγών στο ασφαλιστικό σύστημα.
Κλονισμός της σχέσης με τους εργαζόμενους
Το γεγονός της υπογραφής της συμφωνίας του Eurogroup έχει πολύ σοβαρές, αρνητικές επιπτώσεις στη συνείδηση των εργατικών μαζών στην Ελλάδα και διεθνώς. Ανακόπτει τη διάθεση αφύπνισης των εργατικών μαζών που εκφράστηκε αμέσως μετά τις εκλογές με τα μαζικά συλλαλητήρια στις πλατείες όλης της χώρας. Ακόμα χειρότερα, ποτίζει τις μάζες με το δηλητήριο της μοιρολατρικής αποδοχής της πολιτικής των Μνημονίων σαν «αναγκαίο κακό». Συμβάλει δηλαδή, στην παθητικοποίηση των εργαζομένων και στην πολιτική συμφιλίωσή τους με τα Μνημόνια.
Σε διεθνές επίπεδο, η συμφωνία υπονομεύει το ισχυρό ρεύμα αλληλεγγύης που έτεινε να αναπτυχθεί αμέσως μετά την εκλογή της κυβέρνησης, στέλνοντας στους ευρωπαίους εργαζόμενους, αντί για μήνυμα αγώνα, ένα μήνυμα υποταγής, αλλά και δημιουργώντας αρνητικό τετελεσμένο συνθηκολόγησης με την τρόικα για μια μελλοντική αριστερή κυβέρνηση του PODEMOS στην Ισπανία.
Ο κλονισμός των δεσμών του ΣΥΡΙΖΑ με τις εργατικές μάζες είναι αποφασιστικός και θα γίνει σύντομα ορατός. Στην παρούσα φάση οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η κυβέρνηση, αλλά και η συμφωνία που υπέγραψε, έχουν πολύ μεγάλη αποδοχή από το λαό. Στο φαινόμενο αυτό συμβάλει και η κατάσταση κρίσης και απαξίωσης στην οποία βρίσκεται το αστικό πολιτικό στρατόπεδο. Όμως τα υψηλά αυτά ποσοστά αποδοχής της κυβέρνησης δεν εκφράζουν μια σταθερή και πραγματική υποστήριξη στην κυβερνητική πολιτική, αλλά αντανακλούν τις μεγάλες προσδοκίες που δημιούργησε η αρχική κυβερνητική στάση της απειθαρχίας στην τρόικα. Οι προσδοκίες ήδη έχουν μειωθεί σοβαρά μετά τη συμφωνία και αυτό αναπόφευκτα θα αντανακλαστεί και στα επίπεδα υποστήριξης της κυβέρνησης, καθώς αυτή θα είναι σύντομα υποχρεωμένη να λάβει τα μέτρα για τα οποία δεσμεύτηκε στους δανειστές.
Όσο η κυβέρνηση θα δίνει την εικόνα μιας διαχειριστικής ομάδας που πορεύεται με κριτήριο να μη θίξει τη νέα συμφωνία με τους δανειστές και την αρχή της «δημοσιονομικής ισορροπίας» και όσο δεν θα εμφανίζεται διατεθειμένη να επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές στη ζωή της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, τόσο η υποστήριξή της από τις μάζες θα μειώνεται.
Η συμφωνία έχει ήδη αποφασιστική επίδραση στην εσωκομματική κατάσταση του ΣΥΡΙΖΑ. Η τελευταία συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, με το μικρό ποσοστό αποδοχής της προτεινόμενης πολιτικής απόφασης, αλλά και της πρότασης για το νέο γραμματέα, έδειξε ότι η ηγετική ομάδα είναι πιο απομονωμένη από ποτέ. Στην πραγματικότητα, ο μόνος λόγος για τον οποίο διατηρεί ακόμα τον έλεγχο του κόμματος, είναι η άτολμη στάση της ηγεσίας της αριστερής του πτέρυγας και η απροθυμία της τελευταίας να λάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για το συντονισμό όλων των συλλογικοτήτων και των αγωνιστών που διαφωνούν με τη σοσιαλδημοκρατική κεντρική γραμμή.
Η συμφωνία όμως έχει αρνητικές επιπτώσεις και για την ίδια τη συνοχή της κυβέρνησης. Αποτελεί την «πρώτη ύλη» για την αναπόφευκτη εμφάνιση σοβαρών ενδοκυβερνητικών κρίσεων το επόμενο διάστημα. Ήδη η κυβέρνηση δίνει την εικόνα του διαχωρισμού ανάμεσα σε ορισμένους υπουργούς που αποδέχονται τη συμφωνία και σε άλλους που διακηρύσσουν ότι θέλουν να την πολεμήσουν με «ανταρτοπόλεμο» στην πράξη.
Αν μάλιστα η συμφωνία αυτή έρθει για ψήφιση στη Βουλή ή έστω - αν η κυβέρνηση τελικά το αποφύγει - όταν έρθουν για ψήφιση τα μέτρα που αυτή επιβάλει, τότε θα υπάρχει ο κίνδυνος της «ντε φάκτο» ανάδειξης μιας νέας κυβερνητικής συμμαχίας. Μιας συγκυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, όχι πλέον μόνο με τους αστούς, αντιδραστικούς ΑΝΕΛ αλλά και με όλα τα αστικά μνημονιακά κόμματα της Βουλής, δηλαδή τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι.
Παγίδευση από την τρόικα και την άρχουσα τάξη
Η συμφωνία του Eurogroup διαμορφώνει και μια νέα σχέση της κυβέρνησης και της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ με την τρόικα και την ελληνική άρχουσα τάξη. Οι δανειστές και το αληθινό τους αφεντικό, η γερμανική κυβέρνηση, έχουν το δικαίωμα να παινεύονται ότι παγίδευσαν τη νέα κυβέρνηση σε μια συμφωνία συνέχισης της λιτότητας και εξυπηρέτησης του χρέους, χωρίς κανένα χρηματοδοτικό αντάλλαγμα, μέχρι εκείνη να αποδείξει έμπρακτα την υποταγή της, με νέα μέτρα.
Ο Σόιμπλε και η παρέα του φυσικά, παρά τις κυβερνητικές υποχωρήσεις δεν εμπιστεύονται την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Φοβούνται, όχι τις προθέσεις της, αλλά τα αποτελέσματα που μπορεί να έχει πάνω της η πίεση της βάσης του κόμματος και των ίδιων των εργατικών μαζών. Γι’ αυτό θέλουν να εκθέσουν αυτήν και τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ στα μάτια τους όσο γίνεται περισσότερο και ταυτόχρονα να την σπρώξουν προς την κατεύθυνση μιας κυβέρνησης «εθνικής ενότητας» με τα αστικά κόμματα. Έτσι από την πλευρά της Γερμανίας πρέπει να αναμένουμε ακόμα περισσότερες πιέσεις για μέτρα στο πνεύμα της συμφωνίας και ακόμα σκληρότερους μνημονιακούς όρους για οποιαδήποτε νέα χρηματοδοτική συμφωνία στο άμεσο μέλλον.
Η ελληνική άρχουσα τάξη στην είδηση της συμφωνίας αισθάνθηκε ανακούφιση για την αποφυγή μιας ρήξης που θα μπορούσε να την οδηγήσει εκτός ευρώ. Ταυτόχρονα, αισθάνθηκε ικανοποίηση για την έμπρακτη απόδειξη σεβασμού των θεμελιωδών συμφερόντων της από την πλευρά της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για το ότι «τσαλακώθηκε» το πολιτικό προφίλ του κόμματος με την εκδήλωση της πολυπόθητης «κωλοτούμπας».
Με δεδομένη την κρίση στο πολιτικό της στρατόπεδο, το κύριο σώμα της άρχουσας τάξης κατανοεί ότι δεν έχει άλλη επιλογή από το να στηρίξει τη νέα κυβέρνηση, πιέζοντάς την μαζί με τους δανειστές να μείνει σταθερά στο δρόμο του «ρεαλισμού», δηλαδή της πλήρους συνθηκολόγησης με τα Μνημόνια και καπιταλισμό. Αυτή είναι και η πρόθεση που κρύβεται πίσω από τη φιλική αντιμετώπιση που έχει όλες αυτές τις μέρες η νέα κυβέρνηση από ορισμένα μεγάλα συγκροτήματα ΜΜΕ.
Όμως όπως συμβαίνει και με τους δανειστές, έτσι και η ελληνική άρχουσα τάξη δεν θα μπορούσε ποτέ έχει να έχει πλήρη εμπιστοσύνη σε μια κυβέρνηση με «βασικό κορμό» τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό που ειδικότερα αποτελεί πηγή ανησυχίας για την αστική τάξη είναι η αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ και η αυξημένη της επιρροή, με αντανάκλαση ως την ίδια την κυβέρνηση. Γι’ αυτό τις τελευταίες μέρες, με αφορμή τη συνεδρίαση της ΚΕ του κόμματος και τις αντιδράσεις που εκφράστηκαν εκεί για τη συμφωνία στο Eurogroup, η μόνιμη προτροπή που γίνεται σε άρθρα και αναλύσεις αστών δημοσιογράφων είναι να απαλλαγεί άμεσα το κόμμα από τους «ακραίους που υπονομεύουν τη στροφή της ηγεσίας στον ρεαλισμό».
Στο τιμόνι ενός σάπιου καραβιού
Το αμέσως επόμενο διάστημα αναμένεται θυελλώδες σε όλα τα πεδία, στο οικονομικό, το κοινωνικό και το πολιτικό. Η κυβέρνηση και η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται στο τιμόνι ενός σάπιου καραβιού, του ελληνικού καπιταλισμού, που το δέρνουν οι άνεμοι της ύφεσης και των απαιτήσεων των δανειστών. Ο μήνας που διανύουμε, γεμάτος υπέρογκες προβλεπόμενες δαπάνες προς τους δανειστές, θα αποδείξει ότι η κανονική εξυπηρέτηση του γιγάντιου και παρασιτικού χρέους δεν μπορεί να συνδυαστεί με μέτρα ουσιαστικής ανακούφισης της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Η κυβέρνηση έχοντας υπογράψει μια συμφωνία υποταγής στους πιστωτές και στις μνημονιακές τους πολιτικές και έχοντας συμφιλιωθεί με το ρόλο του διαχειριστή του καπιταλισμού και της κρίσης του, θα βρίσκεται διαρκώς παγιδευμένη στην άχαρη πρακτική της παραβίασης όλων των βασικών προεκλογικών δεσμεύσεων του κόμματος. Κανένα από τα κύρια μέτρα του προγράμματος της Θεσσαλονίκης δεν είναι δυνατό να εφαρμοστεί μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια της συμφωνίας του Eurogroup.
Αυτό που θα επιβεβαιωθεί στις επόμενες λίγες βδομάδες είναι η θεμελιώδης πολιτική εκτίμηση των κομμουνιστών του ΣΥΡΙΖΑ, την οποία η ηγεσία και οι απολογητές της συνήθιζαν να χλευάζουν: καμία πραγματική βελτίωση στο βιοτικό επίπεδο των εργατικών μαζών δεν μπορεί να γίνει πραγματικότητα χωρίς τη εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου προγράμματος ανατροπής του καπιταλισμού και εγκαθίδρυσης μιας δημοκρατικά σχεδιασμένης οικονομίας.
Σταμάτης Καραγιαννόπουλος - Μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ