Συντάκτης:
Κώστας Λεγάκης*
Habemus Μνημόνιο 3, λοιπόν. Συνθηκολόγηση; Υποταγή; Ξεπούλημα; Προδοσία; Αναγκαιότητα; Αν διαβάσει κανείς λίγο ψύχραιμα την πορεία των πραγμάτων από την αρχή της κρίσης, το 2010, έως σήμερα, θα διαπιστώσει ότι επρόκειτο μάλλον για μια προδιαγεγραμμένη και αναπόφευκτη κατάληξη.
Και για αυτή την κατάληξη έχουν ευθύνες όλες οι συνιστώσες του κινήματος: Η Αριστερά όλων των αποχρώσεων, η Αναρχία όλων των αποχρώσεων επίσης, οι ανένταχτοι, αλλά και ο λαός ο ίδιος, οι πάντες. Δεν πρόκειται για ένα άλλο «μαζί τα φάγαμε».
Είναι προφανές ότι η κυβερνητική Αριστερά και η αριστερίστικη γκρούπα δεν έχουν το ίδιο μερίδιο ευθύνης. Όμως το όλον κίνημα θα πρέπει πλέον να δει τα λάθη του, τις παραλείψεις του, τις εμμονές του και να χαράξει μια νέα πορεία στις νέες συνθήκες.
Από την επίσημη έναρξη της κρίσης, το 2010 η Αριστερά είδε το πρόβλημα «τεχνικά». Αναλύσεις επί αναλύσεων, Βαρουφάκηδες, Λαπαβίτσες, Καζάκηδες και λοιποί «εθνικοί οικονομολόγοι» –αλλά και πιο πολιτικοί (Σταθάκης, Δραγασάκης, Τσακαλώτος κ.ά.)– έγιναν οι νέοι σούπερ σταρ.
Ο καθένας είχε και από μία μαγική συνταγή, που θα έλυνε με τεχνικό τρόπο το πρόβλημα. Με αλλαγή νομίσματος, με διαγραφή του χρέους, με αναδιάρθρωση, με ομόλογα με, με, με... Κι εμείς παρακολουθούσαμε εκστασιασμένοι τα φωτεινά μυαλά και αντί να χρησιμοποιήσουμε τις πολύτιμες αναλύσεις τους για την επαναδιατύπωση του χειραφετητικού προτάγματος στη σύγχρονη εποχή, νομίσαμε ότι με το μαγικό ραβδί τους θα μας απελευθέρωναν.
Αυτή η «τεχνική» αντιμετώπιση του προβλήματος οδήγησε την Αριστερά στο να πιστέψει ότι με διάφορα οικονομολογίστικα κολπάκια θα μπορούσε να βγάλει τη χώρα από μια κρίση που, στην ουσία της, δεν ήταν οικονομική, αλλά δομική κρίση του καπιταλισμού.
Έτσι, ο μεν ευρωπαϊκός ΣΥΡΙΖΑ εύκολα μοίραζε υποσχέσεις για κατάργηση των μνημονίων με ένα νόμο (αλλά μέσα στην ΕΕ και την ευρωζώνη), θεωρώντας ότι θα πήγαινε σε μια διαπραγμάτευση όπου με τα κολπάκια που αναφέραμε θα θάμπωνε, θα φόβιζε και, εντέλει, θα κατατρόπωνε τους αντιπάλους.
Έτσι, ζήσαμε πέντε μήνες με «θεωρία των παιγνίων», «δημιουργική ασάφεια», δημοψηφίσματα που το ΟΧΙ έγινε ΝΑΙ κ.λπ. Από την άλλη, η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά επικέντρωσε (σχεδόν μονοθεματικά) στην έξοδο από Ε.Ε. και ευρώ, λες και ο καπιταλισμός εκμεταλλεύεται τους ανθρώπους μόνο εντός ευρωζώνης και Ε.Ε., λες και δεν υποφέρουν οι άνθρωποι σε χώρες που έχουν εθνικά νομίσματα.
Το ΚΚΕ ακολούθησε τον γνωστό δρόμο του Πόντιου Πιλάτου, τον οποίο ακολουθεί χρόνια τώρα, πετώντας την μπάλα στην εξέδρα του σοσιαλιστικού του παραδείσου, καθιστώντας τον εαυτό του εντελώς ακίνδυνο προσφέροντας έτσι τις καλύτερες υπηρεσίες στην αστική τάξη.
Όμως, τον ίδιο πολιτικό δρόμο με το ΚΚΕ ακολούθησε και μεγάλο κομμάτι της Αναρχίας με διαφορά στις μεθόδους (θεοποίηση της σύγκρουσης δρόμου, μπάχαλα κ.λπ.), χωρίς ωστόσο να έχει κάτι χειροπιαστό να προτείνει στους ανθρώπους που υπέφεραν.
Όλες οι τάσεις όμως –και η Αριστερά και η Αναρχία– έμειναν στα λόγια και ακολούθησαν την πεπατημένη δράσεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ήταν προφανές στους πάντες ότι η εξουσία τού ερχόταν από τις εκλογές του 2012, σπατάλησε 2,5 χρόνια στη μάχη για να κερδίσει τις επόμενες εκλογές, αντί να αφιερώσει περισσότερο χρόνο και δυνάμεις για να προετοιμάσει τη διαχείριση αυτής της (σχεδόν σίγουρης) νίκης του.
Προετοιμάστηκε για την 25η Ιανουαρίου, αλλά όχι για την 26η. Δεν ήξεραν τι θα αντιμετώπιζαν; Πώς είναι δυνατόν να το ξέραμε και να το συζητάγαμε όλοι και να μην το ήξεραν στον ΣΥΡΙΖΑ; Αλλά και οι θιασώτες της εξόδου από την Ε.Ε. και το ευρώ (η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά και οι αριστερή τάση του ΣΥΡΙΖΑ) τι έκαναν από μεριάς τους για να προετοιμαστεί, με διαδικασίες από τα κάτω η ρήξη; Με την επαναστατική ρητορία δεν γίνεται επανάσταση.
Οι ρήξεις, οι συγκρούσεις, η κοινωνική αλλαγή, θέλουν οργάνωση και προετοιμασία από τα κάτω και όχι βερμπαλισμούς και πορείες Προπύλαια-Σύνταγμα. Ούτε μπάχαλα σε κάθε πορεία ή κάθε σαββατόβραδο πέριξ της πλατείας Εξαρχείων.
Η πιο φωτεινή στιγμή του κινήματος τα μνημονιακά χρόνια –το λεγόμενο «κίνημα των πλατειών»– είτε απαξιώθηκε και κατηγορήθηκε από κομμάτια της Αριστεράς και της Αναρχίας είτε από άλλα έγινε προσπάθεια να καπελωθεί και να κεφαλαιοποιηθεί πολιτικά. Και το κατάφερε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ελάχιστες όμως ήταν οι πολιτικές δυνάμεις εκείνες που πίστεψαν στις διαδικασίες και στις δομές που στήνονταν στις πλατείες. Αυτοί που έδωσαν τη μάχη ήταν κυρίως κόσμος είτε ανένταχτος είτε ενταγμένος σε κόμματα και οργανώσεις, αλλά που δρούσε αυτοβούλως και σε σύγκρουση της περισσότερες φορές με τη συλλογικότητά του, η οποία προσπαθούσε να επιβάλλει την άποψή της.
Όσοι και όσες θεωρήσαμε ότι έπρεπε να προσανατολιστούμε στις αντιδομές, στην αυτοδιαχείριση και τον συνεργατισμό, την αποανάπτυξη και την περιφρούρηση των Κοινών, την άμεση δημοκρατία, όσοι και όσες θεωρήσαμε ότι για να δοθεί «όλη η εξουσία στα σοβιέτ» πρέπει πρώτα αυτά να υπάρξουν, λοιδωρηθήκαμε – ακόμη και συκοφαντηθήκαμε.
Μας αποκάλεσαν χίπιδες, ενσωματωμένους, μας πρόσαψαν ότι συναγελαστήκαμε με μικροαστούς (στις πλατείες), μας κατηγόρησαν ότι στήσαμε μαγαζάκια. Δεχτήκαμε ακόμη και χτυπήματα κάτω από τη μέση, μέσω κουτσομπολιών στον πολιτικό κινηματικό μικρόκοσμο.
Ακόμη και όσοι θεωρητικά συμφωνούσαν, είτε φρόντισαν (οι πιο «κομματικοί») να φτιάξουν ψευτο-αντιδομές απονευρωμένες από τον πολιτικό τους χαρακτήρα, δομές αλληλεγγύης που έμειναν στο –καθόλου κατακριτέο, αλλά πολιτικά λανθασμένο– επίπεδο της φιλανθρωπίας είτε (οι μη «κομματικοί») έμειναν στο επίπεδο της συμπάθειας χωρίς να κάνουν το παραπάνω βήμα.
Προτιμούσαν να κρατήσουν τη δουλίτσα τους με το (κακό) αφεντικούλι τους, παρά να πάρουν την εργασία τους στα χέρια τους μαζί με τους συναδέλφους τους. Είναι οι ίδιοι που κατηγορούν τους «νοικοκυραίους» ή θεωρούν εαυτόν πρωτοπορία...
Πριν έρθει ο Αλέξης Τσίπρας να μας πει ότι η μόνη επιλογή που είχε ήταν να υπογράψει το μνημόνιο, θα πρέπει να μας πει γιατί επί 3 χρόνια ο ίδιος και το κόμμα του δεν έκαναν τίποτε ώστε να μην φτάσουν σε αυτό το σημείο.
Υποτίθεται ότι 1.300 ευρώ από την αποζημίωση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ πήγαινε για την ενίσχυση δομών αλληλεγγύης. Δηλαδή, από τον Ιούνιο του 2012 μέχρι σήμερα θα έπρεπε να είχε μαζευτεί (αν οι υπολογισμοί μου είναι σωστοί) το ποσό των 3.776.500 ευρώ!
Ξέρετε, σύντροφοι του ΣΥΡΙΖΑ, τι παραγωγικές επενδύσεις σε αυτοδιαχειριζόμενες επιχειρήσεις θα μπορούσαν να γίνουν με αυτά τα χρήματα; Πού ξοδεύτηκαν; Στο να αγοράζετε τρόφιμα, ρουχισμό και φάρμακα; Και εάν αυτά αγοράζονταν, τότε γιατί ξεσκιζόμασταν να μαζεύουμε στις γειτονιές; Την παραβολή με το ψάρι και το ψάρεμα δεν την ακούσατε ποτέ;
Δεν είχε περάσει ποτέ από τα φωτεινά οικονομικά μυαλά σας ότι θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας αυτοδιαχειριζόμενος οργανισμός μικροπίστωσης με απαιτούμενο κεφάλαιο 6.000.000 ευρώ, ώστε να μπορούν άνεργοι να ξεκινήσουν μια δουλειά χωρίς αφεντικό; Δεν θα ήμασταν σε διαφορετική θέση εάν είχαμε μια συνεργατική και αλληλέγγυα οικονομία εύρωστη και βιώσιμη; Εάν είχαμε προχωρήσει με αγροτικούς συνεταιρισμούς νέου τύπου, ώστε να είμαστε σχετικά αυτάρκεις;
Εάν είχαμε «τράπεζα» των από κάτω, η οποία ακόμη και νόμισμα θα μπορούσε να κόψει, εάν είχε δουλευτεί σωστά εξαρχής; Ποια ακριβώς ρήξη είχατε «στο πίσω μέρος του μυαλού σας» όταν διαπραγματευόσασταν; Τη ρήξη που, εκ των πραγμάτων, δεν μπορούσατε να κάνετε γιατί δεν είχατε προετοιμαστεί; Και η αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ γιατί φωνάζει τώρα; Τι έκαναν οι συγκεκριμένοι για να προετοιμάσουν τη ρήξη; Αρκέστηκαν στο να γράφουν κείμενα στο iskra και στο rproject;
«Υπάρχουν πολλές εναλλακτικές για την Ελλάδα» μας λέει ο Λαφαζάνης, αλλά ποιες είναι αυτές; Τι απέγιναν οι επαφές με τη Ρωσία, την Κίνα, τα BRICS κ.λπ.; Απέτυχαν ή όχι; Και εάν απέτυχαν ποιες είναι τότε αυτές οι περίφημες εναλλακτικές; Τα ίδια ακριβώς ισχύουν για την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά και κομμάτι της Αναρχίας. Επαναστατική φρασεολογία και περίπατοι στο κέντρο της Αθήνας (ή ανούσιες συγκρούσεις με τους μπάτσους).
Τα καθήκοντα του κινήματος στα χρόνια του νέου μνημονίου
Καλά μας τα λες, αγαπητέ γράφοντα, αλλά τι ακριβώς κάνουμε από δω και πέρα;
1. Καταρχάς, αντιπαλεύουμε τα μέτρα. Ναι, μέσω της πεπατημένης. Απεργίες, πορείες κ.λπ. Όμως κι αυτά θα πρέπει να μπουν σε ένα νέο πλαίσιο. Θα πρέπει να βάλουμε τη φαντασία μας να δουλέψει. Τέλος πια με τη «φάκα του Συντάγματος». Αν σταματήσουν οι κινητοποιήσεις μας να είναι προβλέψιμες και να καταστέλονται εύκολα, θα έχουν και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Διάχυση στις γειτονιές με συγκεντρώσεις, συνελεύσεις, ακτιβισμούς· πορείες περιφερειακές, ποτάμια κόσμου από την περιφέρεια προς το κέντρο και άλλα που δεν περνάνε από το μυαλό του γράφοντος. Ένας ασύμμετρος πόλεμος που δεν θα μπορεί εύκολα να αντιμετωπιστεί.
2. Η οποιαδήποτε «ρήξη» ή «επανάσταση» είτε όπως θέλετε πείτε το, θα απομείνει για πάντα ένα κενό γράμμα εάν δεν φροντίσουμε την επομένη το πρωί να υπάρχει ψωμί στους φούρνους, γάλα στο σουπερμάρκετ, πετρέλαιο στο βενζινάδικο. Προετοιμασία για τη ρήξη λοιπόν: Δυνάμωμα της αυτοδιαχείρισης, των συνεργατικών εγχειρημάτων. Από τα κάτω συντονισμός και διαχείριση της αγροτικής παραγωγής με σκοπό την κατάκτηση της αυτάρκειας. Αυτοδιαχειριζόμενη «τράπεζα» και «ασφαλιστικοί φορείς».
3. Δημιουργούμε αντιδομές σε όλα τα επίπεδα και λειτουργούμε αμεσοδημοκρατικά, αντιιεραρχικά, αντιγραφειοκρατικά. Σε μελλοντικό χρόνο να δούμε την μη πληρωμή φόρων στο κράτος και τη διάθεση αυτών των χρημάτων για τις κοινωνικές ανάγκες από τις κοινότητες που θα τα μαζεύουν και συλλογικά θα τα διαχειρίζονται. Όσο ουτοπικό κι αν φαίνεται, ακόμη και σχολεία και νοσοκομεία θα μπορούσαν να λειτουργήσουν με αυτό τον τρόπο!
Προφανώς δεν θεωρώ ότι κατέχω τη μαγική συνταγή. Μερικές ιδέες ρίχνω και είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν πολλές άλλες. Η ουσία όμως της παρέμβασής μου είναι ότι αν δεν μπορεί καμία κυβέρνηση της Αριστεράς να κάνει την περίφημη παραγωγική ανασυγκρότηση και την επανεκκίνηση της οικονομίας, θα πρέπει να το κάνουμε μόνοι μας και μόνες μας, αυτοδιαχειριζόμενοι/ες τη γη και τα εργοστάσια.
Αν δεν μπορεί καμία κυβέρνηση της Αριστεράς να κάνει αναδιανομή του πλούτου, θα πρέπει να την κάνουμε μόνες μας και μόνοι μας, απαλλοτριώνοντας και δουλεύοντας τις επιχειρήσεις που μας αφήνουν απλήρωτους. Αν δεν μπορεί καμιά Αριστερά να μας σώσει, ας σωθούμε μόνοι μας! Αν δεν μπορείτε εσείς, μπορούμε εμείς! Η λύση είναι (τελικώς) στα χέρια
*μέλος εργασιακής κολεκτίβας