Ο κόσμος παραπαίει ανάμεσα στο προβαλλόμενο όραμα της ενωμένης Ευρώπης των λαών και της αλληλεγγύης και στη στυγνή πραγματικότητα. Αυτά τα δύο είναι δύο πράγματα ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Το όραμα είναι όχι μόνον θεμιτό και επιθυμητό αλλά και εφικτό, εάν όμως το ήθελαν και το επεδίωκαν ειλικρινά και συνειδητά οι λαοί ακόμη και ενάντια στις επιθυμίες και επιδιώξεις των κυβερνήσεών τους.
Η πραγματικότητα όμως κατέληξε να είναι ολότελα αντίθετη προς το όραμα και δεν πρέπει να εκπλήσσει κανέναν, γιατί είναι σύμφωνη με επιδιώξεις που είχαν διατυπωθεί εδώ και έναν αιώνα.
Η μάχη ανάμεσα στο όραμα και τα συμφέροντα χάθηκε, όπως έχουν χαθεί τόσα πολύτιμα οράματα στην ανθρώπινη ιστορία.
Θα παραθέσω δύο κείμενα εκ των οποίων το πρώτο είναι απόσπασμα από το βιβλίο της ιστορίας του Nial Ferguson «Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος», τόμος 1, σελ. 332 επ. των εκδόσεων «Ιωλκός», 1998. Σε αυτό το σημείο αναφέρεται στο λεγόμενο «Πρόγραμμα του Σεπτεμβρίου» του Μπέτμαν που αποτελεί προσωρινές σημειώσεις για την κατεύθυνση της γερμανικής πολιτικής στην εποχή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου πριν από έναν αιώνα. Βέβαια, ο Ferguson διαφωνεί με άλλους ιστορικούς που θεωρούν πως αυτές οι επιδιώξεις υπήρχαν και προ του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ ο ίδιος πίστευε πως διαμορφώθηκαν ταυτόχρονα με τον πόλεμο.
Αλλά στο παρόν άρθρο δεν μας ενδιαφέρει αυτό το γεγονός που εξάλλου δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε και να κρίνουμε, αλλά το καθαυτό γεγονός της διατύπωσης επιδιώξεων που βλέπουμε να πραγματοποιούνται στον 21ο αιώνα μπροστά στα μάτια μας.
«1.-Γαλλία: Μια πολεμική αποζημίωση που θα καταβληθεί στη Γερμανία σε δόσεις. Πρέπει να είναι αρκετά υψηλή ώστε να εμποδίσει τη Γαλλία να δαπανήσει σημαντικά ποσά σε εξοπλισμούς τα επόμενα 15-20 χρόνια. Επιπλέον μια οικονομική συνθήκη που θα κάνει τη Γαλλία οικονομικά εξαρτώμενη από τη Γερμανία (και) θα εξασφαλίζει τη γαλλική αγορά για τις εξαγωγές μας. Αυτή η συνθήκη πρέπει να μας εξασφαλίζει οικονομική και βιομηχανική ελευθερία κινήσεων στη Γαλλία με τρόπο τέτοιο ώστε οι γερμανικές επιχειρήσεις να μην έχουν πια διαφορετική μεταχείριση από τις γαλλικές.
2.... Πρέπει να δημιουργήσουμε μία Κεντρική Ευρωπαϊκή Οικονομική Ένωση μέσω τελωνειακών συνθηκών που θα περιλαμβάνουν τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Δανία, την Αυστροουγγαρία, την Πολωνία και ίσως ακόμα την Ιταλία, τη Σουηδία και τη Νορβηγία. Αυτή η Ένωση δεν θα έχει καμία κοινή συνταγματική ανώτατη αρχή και όλα τα μέλη της θα είναι επισήμως ίσα, ΑΛΛΑ στην πράξη θα υπάγονται στη γερμανική ηγεσία και θα πρέπει να σταθεροποιήσουν την οικονομική κυριαρχία της Γερμανίας πάνω στην Κεντρική Ευρώπη...».
Το δεύτερο κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλία «Ο Αγών μου» του Αδόλφου Χίτλερ, εκδόσεις Δαρέμας, α΄ τόμος, σελ. 213, κεφ.4.όπου αναφέρεται στον τρόπο που θα λυνόταν το πρόβλημα της Γερμανίας:
«...Έτσι δεν έμεναν πια παρά δύο μόνον τρόποι που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν ψωμί και δουλειά στον διαρκώς αυξανόμενο πληθυσμό.
Η κατάκτηση νέων εδαφών όπου θα οδηγούνται οι χιλιάδες κάτοικοι που πλεονάζουν και που θα επέτρεπε στο έθνος να βρει μόνο του τρόπο να ζήσει.
Να οδηγηθεί η βιομηχανία και το εμπόριό μας σε μια διεθνή αγορά έτσι που να επαρκούν τα οφέλη απ’ τις πωλήσεις στην επιβίωσή μας.
Με άλλα λόγια ή μια πολιτική κατακτητική ή μια εμπορική και αποικιακή κατάκτηση...
Ο τρόπος ο πιο υγιής κι ο πιο σωστός απ’ τους δυο ήταν βέβαια ο πρώτος.
...Μολοταύτα μια τέτοια εδαφική πολιτική δεν είναι δυνατόν να ασκηθεί σήμερα με αντικειμενικό σκοπό το Καμερούν, αλλά πολύ κοντά όσο γίνεται στην Ευρώπη.
...η μοναδική δυνατότητα για να αποδώσει ικανοποιητικά μια καθαρή εδαφική πολιτική ήταν η κατάκτηση νέων χωρών μέσα στην ίδια την Ευρώπη... Όμως δεν μπορούσαμε τουλάχιστον στον 19ο αιώνα να επιχειρήσουμε την πρόσκτηση αποικιακών γαιών με ειρηνικά μέσα...».
Οι διασυνδέσεις των σημερινών επιδιώξεων με τις κατευθύνσεις της ναζιστικής πολιτικής είναι φανερές – και όχι μόνον από τη Γερμανία. Η οικονομική κυριαρχία αποτελεί ένα «ειρηνικό» μέσο, που όμως τείνει να αποκτήσει εμπράγματο χαρακτήρα διεκδικώντας λόγω χρεών ακόμη και εθνικά εδάφη (αποικιακές γαίες όπως τις αποκαλεί το παραπάνω κείμενο), συνδυάζοντας έτσι σταδιακά τους δύο παραπάνω τρόπους κατάκτησης πράγμα που ήταν πιο ανεκτό στις συνθήκες της εποχής μας.
Και άλλα πολλά έχουν λεχθεί έκτοτε, αλλά η ουσία είναι ότι οι επιδιώξεις των εξουσιαστικών ελίτ δεν αλλάζουν εύκολα. Επιπλέον, το πεδίο των διεθνών σχέσεων είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και δεν είναι μόνον η Γερμανία που είχε σταθερά τέτοιες επιδιώξεις, αλλά και άλλες εθνικές ή υπερεθνικές ελίτ άλλων χωρών είχαν τις αντίστοιχες δικές τους, οδηγώντας με αυτόν τον τρόπο τον πλανήτη σε έκρηξη. Το φαινόμενο μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι δεν είναι καν σύγχρονο αλλά αρχαίο και αυτό πρέπει να μας προβληματίσει βαθιά.
Ορισμένα ερωτήματα, λοιπόν, περιμένουν την απάντησή μας: Ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος των λαών ανάμεσα στο συρρέον πλήθος ανόητων και επικίνδυνων επιδιώξεων των διαφόρων ελίτ ή μήπως οι λαοί επιλέγουν μια βολική παθητικότητα; Ποιο πρέπει να είναι το όραμα για το μέλλον του κόσμου ή μήπως το όραμα είναι μόνον ατομικό και επομένως ανεύθυνο και φτωχό; Ένα τέτοιο ποταπό «όραμα» δεν απέχει από τις παραπάνω απόψεις παρά μόνον στην εμβέλεια της δύναμής του. Αρκετά οι λαοί στηρίχθηκαν στους λίγους ηρωικούς ανθρώπους που σκέφθηκαν και ενήργησαν για λογαριασμό τους. Είναι πια η ώρα της ευθύνης τους. Ή θα την αναλάβουν έντιμα ή θα καταστραφούν. Η επίκληση αδυναμίας και άγνοιας είναι άτοπη και αναληθής, είναι απλώς επιλεγμένη πνευματική αδράνεια.
Άτομα, έθνη, ανθρωπότητα και κόσμος είναι σταθμοί που πρέπει να συνδεθούν και να συνθεθούν αρμονικά, αλλιώς ο κόσμος θα οδηγηθεί σε πλήρη καταστροφή και η μοναδική υπεύθυνη γι’ αυτό θα είναι ολόκληρη η ανθρωπότητα – και μάλιστα χωρίς καμία εξαίρεση, γιατί η αδιαφορία και η ηθελημένη αδυναμία δεν είναι αθωότητα αλλά ευθέως έγκλημα.
Ιωάννα Μουτσοπούλου
Μέλος της ΜΚΟ Σόλων