Πέμπτη 9 Ιουλίου 2015

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΟ ΧΑΟΣ, ΜΙΑ ΠΑΡΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΗ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ.




Γράφει ο Κώστας Σπίγγος*

Η έλλειψη προβλεψιμότητας του κόσμου είναι ένα κυκλικό φαινόμενο στην Ιστορία, που σήμερα όμως βρίσκεται σε πρωτοφανή διάδοση και έξαρση, σε βαθμό χάους. Στον αντίποδα μιας προβλέψιμης πραγματικότητας ή έστω ενός καθολικού ελέγχου των πληροφοριών που θα εμφανιζόταν ως προβλεψιμότητα, οι άνθρωποι σήμερα βομβαρδίζονται, εκτός από τις διαδοχικές μικρές και μεγάλες απώλειες της ζωής, από ανησυχητικές, ανακριβείς, αναληθείς ή αντικρουόμενες πληροφορίες και απρόσμενες μεταβολές που δημιουργούν την ανάγκη κοπιαστικών διαρκών προσαρμογών, σε μόνιμη αδυναμία παγίωσης απόψεων και στάσεων, δηλαδή κοσμοθεωρίας. Όλα αυτά επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται, ξοδεύεται ή αποθησαυρίζεται, το προϊόν του ανθρώπινου κόπου: το χρήμα.

Η Δυτική οικονομία, υπό την πρωτοπορία των Η.Π.Α., έφτασε στο σημερινό μέγεθός της εξυπηρετώντας σε μαζικό βαθμό όχι μόνο τις βασικές ανάγκες επιβίωσης των ανθρώπων, αλλά πολύ περισσότερο «ανάγκες», που διαμορφώνονται με βάση επιθυμίες, οι οποίες με τη σειρά τους καθορίζονται με βάση μορφωτικά, οικογενειακά και πολιτισμικά, πρότυπα και πάντως προαπαιτούν την ελπίδα και την εμπιστοσύνη στο μέλλον. Αυτή η οικονομία σήμερα εμφανίζει ύφεση για δύο λόγους: ο ένας είναι πιο προφανής και έχει να κάνει με τις αμιγώς οικονομικές -προβληματικές- παραμέτρους του υπάρχοντος συστήματος παγκόσμιας διευθέτησης της ροής κεφαλαίων και ανθρώπων, που οδηγούν σε υπερσυσσώρευση κεφαλαίου, ανεργία, ανέχεια και αδράνεια αντί για ταχύτητα των συναλλαγών και νέες επενδύσεις. Ο άλλος, συνδεδεμένος εν μέρει με τον πρώτο, είναι ψυχολογικός: η παγκόσμια οικονομία πάσχει σημαντικά και από τη μείωση της ζήτησης, όχι τόσο εκ των φτωχών όσο εκ των «εχόντων», καθώς αντιδρούν στην ανασφάλεια του χάους με την πρακτική της αποθησαύρισης ή της «απληστίας».

Απληστία και φόβος

Η απληστία αποτελεί ψυχικά την άλλη όψη του φόβου. Οδηγεί σε αύξηση της ανισότητας και επομένως σε μείωση της ζήτησης προϊόντων και υπηρεσιών, αφού αυτοί που τα χρειάζονται δεν έχουν χρήματα, ενώ κάποιοι έχουν πολύ περισσότερα χρήματα από όσα χρειάζονται. Σε μείωση της ζήτησης οδηγεί εξ ορισμού και η αποθησαύριση. Λόγω λοιπόν του ότι το σύγχρονο οικονομικό σύστημα είναι ιδιαίτερα ευπαθές στο φόβο, η μειωμένη προβλεψιμότητα και πολύ περισσότερο το χάος, είναι σε κάθε περίπτωση ασυμβίβαστα με τη διατήρηση της καθιερωμένης τάξης πραγμάτων: η οικονομική «ανάπτυξη», όπως αυτή την ορίζει η ανάγκη να υπάρχουν θετικά πρόσημα στη μεταβολή των Α.Ε.Π. των χωρών, είναι η θεμελιώδης προϋπόθεση προκειμένου να μπορούν να αποπληρώνονται οι τόκοι των δανείων. Αν όχι, οι τόκοι «δεν βγαίνουν», τα δάνεια «κοκκινίζουν», οι δανειστές ζητούν τις εγγυήσεις, οι δανεισμένοι ζητούν ρεαλισμό και τη Σεισάχθεια και ο πυλώνας της καλής οικονομικής πίστης σπάζει. Στο κοινωνικό επίπεδο, οι ρήξεις και οι συγκρούσεις ξεσπούν τότε κόντρα σε κάθε λογική, επιζήμιες για αμφότερους τους εμπλεκόμενους.

Η ανεπαρκώς εξισορροπητική προπαγάνδα

Οπωσδήποτε, κάθε δομή εξουσίας που δεν είναι αυτοκαταστροφική, δηλαδή που σέβεται τις ανάγκες της επιβίωσης και ισχυροποίησης της θέσης της, οφείλει να ανταποκρίνεται στη κοσμοθεωρία των υπηκόων της. Στη δημοκρατία, ειδικότερα, προφανώς γίνεται πρόσθετο ζητούμενο το να εργάζεται μεθοδικά -και κατά προτίμηση αφανώς- έτσι ώστε να διαμορφώνει ή έστω αν επηρεάζει αυτή την κοσμοθεωρία. Αυτό είναι αναγκαίο, δεδομένης και της μεγαλύτερης παρά ποτέ προσωρινότητας που χαρακτηρίζει τη συμμετοχή στην «άρχουσα τάξη». Όλο και λιγότεροι γεννιούνται με την εξουσία, όλο και περισσότεροι αναρριχώνται σε αυτή. Πολύ δύσκολα οι οικογένειες διατηρούν προνόμια και πλεονεκτήματα για πάνω από 3 γενιές και δίνουν τη θέση τους σε άλλες.

Σκορπίζοντας συγκεκριμένα δεδομένα και αποκρύπτοντας άλλα, ερμηνεύοντας κινήσεις των άλλων παικτών με συγκεκριμένο τρόπο και όχι άλλον και εντέλει καλλιεργώντας συγκεκριμένα συμπεράσματα και συναισθήματα και όχι άλλα, η άρχουσα τάξη πλάθει ανά τους αιώνες την κοσμοθεωρία στην οποία μπορεί να ανταποκριθεί ευκολότερα (αλλά και πλάθεται από αυτήν). Αν π.χ. κάποια συμφέροντα εξυπηρετούνται από συγκρούσεις, η διασπορά μίσους και το κούρδισμα κτηνωδών ενστίκτων θα τις παρουσιάζει ως νομοτελειακά αναπόδραστες, ως επιθυμητά ή ακόμη και ανακουφιστικά συμβάντα. (Μέγας και τελευταίος πρόσφατος εφαρμοστής της παραπάνω πρακτικής ο Γ. Γκέμπελς, μια ιδιοφυία του οποίου η υστεροφημία αναλώθηκε από την απόλυτη, μέχρις αυτοκτονίας, ταύτισή του με τη ναζιστική ύβρη.) Όμως, ένας τέτοιος έλεγχος, κατά τα φαινόμενα, δεν είναι σήμερα αποτελεσματικός, γιατί υπό την κατίσχυση της τηλεόρασης και του διαδικτύου δεν είναι εφαρμόσιμος. Και δεν είναι εφαρμόσιμος όχι εξαιτίας τεχνικών περιορισμών, κάθε άλλο μάλιστα, αλλά για έναν απλούστερο λόγο, που έχει να κάνει όχι με το περιεχόμενο που αξιοποιεί η επικοινωνιακή τεχνολογία αλλά με την ίδια τη μορφή της: σήμερα δεν υπάρχει ο χρόνος αφομοίωσης των πληροφοριών, αληθών ή ψευδών. Αν το θέλετε, η καθολική εμπορευματοποίηση σε συνδυασμό με την ταχύτητα των πωλήσεων, που είναι δύο άλλοι πυλώνες της σύγχρονης οικονομίας, έχουν συμπεριλάβει αντιπαραγωγικά για το σύστημα και την πληροφόρηση, αγνοώντας τους παράπλευρους μηχανισμούς και τις μακροπρόθεσμες συνέπειες.

Η κατάπτωση των βεβαιοτήτων

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος δεν είναι βιολογικά προγραμματισμένος να λειτουργεί διαρκώς σε υψηλές στροφές, αλλά είναι αναγκαίο και να ξεκουράζεται, με τη χρήση αυτοματικών απαντήσεων σε οτιδήποτε από τον κόσμο μπορεί να αυτοματοποιηθεί. Αντιδρά λοιπόν στο χάος αρχικά με άγχος και τελικά με κατάθλιψη ή καταπιεσμένο θυμό. Σε κάθε περίπτωση, οι ενδοψυχικοί μηχανισμοί της λογικής, που βρίσκονται στο επίκεντρο του πολιτισμού όπως τον γνωρίζουμε –ή όπως έστω τον περιμένει η κυρίαρχη αφήγηση, με βάση την αδικαιολόγητη δόξα που γνωρίζει η θεωρία των παιγνίων ως τρόπος πρόβλεψης ενός εξ ορισμού για αυτήν ορθολογικού ανθρώπινου κόσμου– εξαντλούνται και υποχωρούν. Οι ενήλικες βεβαιότητες δίνουν έδαφος σε σπασμωδικές παιδιάστικες, δημιουργικές ή αντιδραστικές, εξίσου και στην άκριτη μίμηση. Ακόμη και ο καλύτερα εξοπλισμένος με δεξιότητες εγκέφαλος κοπώνεται σε συνθήκες όπου οι αυτοματισμοί δεν επιτρέπονται. Έτσι, το ψυχικό καταφύγιο που ονομάζεται μεθοριακότητα, όπου όλοι ζητούν «κάτι από τον άλλο» χωρίς βεβαιότητα ως προς το τι αναμένουν από τον ίδιο τον εαυτό τους, έχει αντικαταστήσει τις «αλήθειες», τους ψυχαναγκασμούς ή και τις ιδεοληψίες του Δυτικού αστικού παρελθόντος, μαζί με τα καλά και τα κακά που αυτές συνεπάγονταν.

Το πιο ανεξέλεγκτο από κάθε φορά χάος των πληροφοριών και των ερμηνειών, τερατωδώς διογκούμενων από τον τηλεοπτικό πολιτισμό της ταχύτητας και της εικόνας σε βάρος της απρόσκοπτης περισυλλογής, τελικά μπορεί να συνεπάγεται την απώλεια ισχύος των κυρίαρχων αφηγήσεων και κοσμοθεωρητικών συστημάτων και την αδυναμία θεμελίωσης νέων. Έτσι, ενδέχεται να αποτελεί σήμερα μια παραγνωρισμένη και εκ των έσω απειλή ριζικού κλονισμού της κατεστημένης τάξης πραγμάτων, σε αντίθεση με τους ιστορικά αναμενόμενους ηρωικούς ανθρωπιστές επαναστάτες, που υποτίθεται πως θα εμφανιστούν κάποτε ξανά στο κοινωνικό προσκήνιο ως χειραφετημένοι προγραμματικοί απόφοιτοι κάποιων εναλλακτικών ιδεολογικών οικοδομημάτων: αν όντως υπάρχουν σήμερα στον πλανήτη υπολογίσιμες τέτοιες δυνάμεις, αυτές δεν προέρχονται από τη Δύση και δεν είναι ανθρωπιστικές. Και αν το πληροφορικό χάος δεν είναι απλώς ενδιάμεσο στην παραπάνω ακολουθία, τότε είναι η τρανή απόδειξη ενός ήδη εγκατεστημένου σοβαρού τέτοιου κλονισμού. Προς άγνωστη κατεύθυνση, χάος γαρ.-

*Νευρολόγος, συγγραφέας του βιβλίου Γνωστικός και ψυχικός εγκέφαλος»